-Πάρ'ένα σβώλο,Μήτρο,
και διώξ'εκείνα τα σκυλιά,που μου χαλούν το φύτρο.
Ο χερουλάτης έφαγε τ'άχαρα δάχτυλά μου
και στην αλετροπόδα μου ελυώσαν τα ήπατά μου.
Δυό μήνες έρρεψα εδεδώ,εσάπισα στη νώπη
μ'αρρώστια με γεράματα!Βάσανα,νήστεια,κόποι
γι'αυτό το έρμο το ψωμί!.............
..............
Εξέχασες και δεν μ' ακούς; εσένα κράζω Μήτρο,
διώξε σου λέω τα σκυλιά που μου χαλούν το φύτρο...
-Είναι του Ρήγα δεν κοτώ..Για κύτταξ' εκεί πέρα
να ιδής τι θρώς που γίνεται,τι χλαλοή ,πατέρα!
Τί Ρήγας,τι Ρηγόπουλα!είν' ο καινούριος κύρης,
που πλάκωσε με ξένο βιό να γένη νοικοκύρης.
Παληόφραγκοι, που πέφτουνε σαν όρνια στα ψοφίμια,
εκείνοι πάντα κυνηγοί και πάντα εμείς αγρίμια.
Και συ τους τρέμεις βούβαλε!Παιδί μες στη φωτιά σου,
που τρίβεις στουρναρόπετρα μ' αυτά τα δάχτυλα σου,
πωχεις τετράδιπλα νεφρά και ριζιμιό στα στήθια,
τους βλέπεις και σε σκιάζουνε! Ο δούλος,είν'αλήθεια,
λίπο ποτάζει μοναχά,ψυχή κ' αίμα δεν έχει
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου