Η κερκυραϊκή… Λίσα ( ίσιο-σιάδι... με επιφύλαξη )
Λίσα ονομάζαμε στην Κέρκυρα το ξύλινο στενόμακρο χαμηλό κάρο με τέσσερις ρόδες...
Το έσερνε ένα άλογο (Στην Ιταλία = Lizza = Είδος έλκηθρου για τη μεταφορά μεγάλων κομματιών μάρμαρου )
Σήμερα δεν υπάρχει τέτοιο μεταφορικό μέσο ,τουλάχιστον μέσα στην πόλη .
Το χρησιμοποιούσαν οι Κερκυραίοι για να μεταφέρουν, ως επί το πλείστον , σιδερένια βαρέλια με λάδι, αλεύρια σε σακιά από γιούτα και άλλα βαριά πράγματα. Επίσης μετέφεραν κόσμο στα πανηγύρια απο το ένα χωρίο στο άλλο. Ειδικά του Παντοκράτορα θυμάμαι έκαναν δρομολόγια απο τον Ποταμό μέχρι τον Σπαρτίλα .
Καρολόγος= Αυτός που ο οδηγούσε την λίσα –κάρο.
Τα διάφορα εξαρτήματα της λίσας ήταν:
Στάγκες= Τα δύο μακριά ξύλα στα οποία δενόταν το άλογο που τραβούσε την λίσα.
Λινιά= Λεπτά σκοινιά που άρχιζαν από το λαιμό του αλόγου και κατέληγαν στα χέρια του καρολόγου. (Ένα είδος τιμονιού )
Μουσαριόλα= Το φίμωτρο στα άλογα
Κολάνα =Δερμάτινος κολιές από δέρμα που κρεμόταν στο λαιμό του αλόγου-συνήθως ήταν στολισμένη με πολύχρωμες κορδέλες ή διάφορες ζωγραφιές.
Καπίστρια = Παρωπίδες στο πλάι των ματιών του αλόγου (δερμάτινες) ??
Μπρίλια= Χαλινάρι με τα λουριά .Τα λουριά στο κεφάλι του αλόγου.
Κιαβέτα= ο μεγάλος πέρωνας (είδος καρφιού) που συγκρατούσε την ρόδα για να μη βγει από την βάση της προς τα έξω και φύγει. (Ital. Chiavetta=Κλειδάκι).
Καπούλια = τα λουριά που συγκρατούσαν τα πόδια(μπούτια ) των αλόγων.-
Τρίτσα = Η ψάθα που έβαζαν στο κεφάλι του αλόγου το καλοκαίρι για να το προφυλάσσει από τον ήλιο
Μπαρντούνια = λουριά που δενόταν στο σώμα του αλόγου
Βούρδουλας= Το καμτσίκι που κρατούσε ο καρπολόγος -ήταν μία μακριά βέργα που στην άκρη της κρεμόταν ένα μακρύ σχοινί
Καπίστρι είναι η θηλιά που έκαναν με το σχοινί στη μουσούδα. για να συγκρατούν το ζωντανό. (Χαλινάρι)
Προς το τέλος της ύπαρξης της ,αντικαθιστούσαν τις ξύλινες ρόδες με ροδές αυτοκίνητου
Τις λίσες αντικατέστησαν τα πράσινα τρίκυκλα . Απ ό,τι θυμάμαι την άδεια για τα τρίκυκλα δικαιούταν αυτοί που είχαν λίσες . Σήμερα πολύ σπάνια και αυτά τα τρίκυκλα
Χαρακτηριστικές μορφές παλιών καρολόγων - Ο Μπόκολος - - Ο Τσίτσος από τον Ποταμό…
Ο Γκαούλης όταν επέστρεφε και περνούσε από τις Αλυκές έβαζε τον «αυτόματο» στο άλογο (πήγαινε μόνο του) γιατί αυτός κοιμόταν μέχρι να φτάσει στο χωριό
--Ο Γιώη ο Λου ……Ψεύδιζε από την πολύ κούπα « και μπέρδευε και το όνομα του ακόμα.
Σε κάθε μεταφορά (βιάτζο - πορταδούρα ) που έκανε έπινε και μια γεμάτη κούπα Όταν λοιπόν τον ρωτούσαν για να τον πληρώσουν πόσες πονταδόρες (μεταφορές ) έκανε… πρώτα ρωτούσε τον ταβερνιάρη πόσες κούπες ήπιε. Έτσι μετρούσε τόσες πορταδούρες έκανα για να πληρωθεί.
Τα βράδια όταν περνούσε από τη γειτονιά για το σπίτι του στο Μαντούκι ... μουρμούριζε συνέχεια με μια φωνή βροντερή - καμπάνα που μας ξυπνούσε … και έλεγε ( απευθυνόμενος στους αστυφύλακες του τμήματος στη Πλατυτέρα ) ‘’’Είμαι ο Γιώη ο Λου … κοιμηθείτε λεβέντες μου εγώ σας φυλάω ...)
Όλοι τους νοικοκυραίοι άνθρωποι ,εργατικοί και τίμιοι και με μεγάλη προσφορά στη κερκυραϊκή κοινωνία . Πολύ δύσκολο επάγγελμα …δούλευαν με βροχές με κρύο και με μπόρες...
Ήθελε και μεγάλη δύναμη και κουράγιο καθόσον φόρτωναν και ξεφόρτωναν και μόνοι τους. Τους γνώρισα σχεδόν όλους από κοντά , επί πολλά χρόνια ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου