Παρασκευή 19 Αυγούστου 2022

ΟΙΚΟΣ ΕΥΓΗΡΙΑΣ ΚΥΘΗΡΩΝ *

 




- Ίδρυση

Την απόφαση για τη δημιουργία του Οίκου Ευγηρίας ενίσχυσαν αλλά και επέτρεψαν να υλοποιηθεί, οι δωρεές ακινήτων ή χρημάτων των: παιδιών του Γεωργίου Κασιμάτη (Βασιλείου, Γρηγορίου, Αντωνίου και Ελένης), Λεων. Μεγαλοκονόμου, Κληρ. Μανωλάτου, Μ.Κιτσογιαννοπούλου, Σοφίας Αρώνη, Σπ.Σουρή, καλ.Καστρισίου, Σοφίας Σαριγιάννη, Γ.Καστρισίου, Αφών Παναρέτου, Μαρ.Μαυροπούλου, Φρόσως Καρύδη, Σταμ.Ζαντιώτη, Μηνά Μυλωνοπούλου και άλλων πολλών. Το 1967 άρχισαν οι οικοδομικές εργασίες ανέγερσης του κτιρίου στο Ποταμό Κυθήρων, σε οικόπεδο δωρεάς Κασιμάτη. Το διώροφο κτίριο περατώθηκε το 1975 και άρχισε να λειτουργεί από τον Αύγουστο του ιδίου έτους, αρχικά με 12 τροφίμους.

 

- Ιστορικό του κληροδοτήματος Γεωργίου Σκλάβου

Ο συμπατριώτης μας Γεώργιος Σκλάβος, με την από 12/7/1946 διαθήκη του, άφησε εντολή στη σύζυγό του, μετά το θάνατό του, να μεταβιβάσει στην Κυθηραϊκή Αδελφότητα Κουηνσλάδης το ½ εξ αδιαιρέτου των δύο συνεχόμενων ακινήτων του Atlas και Star στην πρωτεύουσα της Κουηνσλάδης Brisbane  (οδός Adelaide 127), με την ειδική εντολή να ιδρύσει από τα εισοδήματα των ακινήτων αυτών «σανατόριο» στα Κύθηρα.

Ο Γ. Σκλάβος απεβίωσε το 1952 και το ½ των ακινήτων μεταβιβάστηκε στην Κυθηραϊκή Αδελφότητα ως «Εμπιστευματοδόχο» (Trustee) για τη διαχείριση των ακινήτων και την εκτέλεση της εντολής του Σκλάβου. Αυτό ήταν το «Κληροδότημα Σκλάβου». Τη διαθήκη προσέβαλαν οι συγγενείς του αείμνηστου Σκλάβου στα αυστραλιανά δικαστήρια με το αίτημα της ακύρωσης της διάταξης του κληροδοτήματος, φθάνοντας μέχρι το Ανώτατο Δικαστήριο Αυστραλίας στο Σύδνεϋ. Η αυστραλιανή Δικαιοσύνη απέρριψε το αίτημα των συγγενών και έσωσε το κληροδότημα υπέρ των Κυθήρων. Από τότε, πέρασαν πολλά χρόνια άπρακτα, χωρίς η Κυθηραϊκή Αδελφότητα να προχωρεί στην εκτέλεση της θέλησης του Γ. Σκλάβου. Εντωμεταξύ, με την οριστική καταπολέμηση της φυματίωσης, δε χρειαζόταν σανατόριο, αλλά ούτε νοσοκομείο αφού ήδη υπήρχε.


Στο τέλος της δεκαετίας του 1960, πρόεδροι και μέλη του Δ.Σ. της Αδελφότητας της Κουηνσλάνδης δέχθηκαν να ενισχύσει η τελευταία το υπάρχον Γηροκομείο,  διαθέτοντας από τα εισοδήματα του κληροδοτήματος τη δαπάνη για την ανέγερση πτέρυγας κατακοίτων. Η ανέγερση της πτέρυγας κατακοίτων άρχισε, αλλά η Κυθηραϊκή αδελφότητα, αφού έστειλε ένα μικρό ποσόν, σταμάτησε. Η πτέρυγα τελείωσε με τη μεγάλη προσφορά 15.000.000 δρχ. του αείμνηστου Θεόδωρου Σουρή και με χρηματοδότηση του Τριφυλλείου Ιδρύματος. Εντωμεταξύ ο και τότε Πρόεδρος του Ιδρύματος Καθηγητής Γ. Κασιμάτης, μαζί με τον Γεν. Γραμματέα αείμνηστο Δημήτριο Κόμη κατέβαλαν συνεχείς προσπάθειες, ακόμη και με ειδικό ταξίδι του Προέδρου στο Brisbane, για να μεταπεισθεί η διοίκηση της Αδελφότητας να συνεχίσει τη βοήθεια προς το Γηροκομείο. Άοκνες προσπάθειες κατέβαλε και ο αείμνηστος Γρηγόρης Κασιμάτης, ο οποίος έκανε για το σκοπό αυτόν και ταξίδι στο Brisbane. Λόγω της σχέσης του με το Γρηγόρη Κασιμάτη, αναμίχθηκε στις προσπάθειες αυτές με ιδιαίτερο ζήλο και ο κ. Γεώργιος Χατζηπλής, κάτοικος Σύδνεϋ, νυμφευμένος με Κυθηρία και με πάθος φιλοκυθήριος.

Όλες οι προσπάθειες, προσκρούοντας στην επίμονη άρνηση της Διοίκησης της Αδελφότητας,  απέβησαν άκαρπες. Το Ίδρυμά μας τότε είχε πλήρη οικονομική αδυναμία ανάληψης των δαπανών προσφυγής στα αυστραλιανά δικαστήρια. Τότε ο κ. Χατζηπλής προσφέρθηκε να εγγυηθεί με 100.000 δολάρια την ανάληψη από ένα από τα μεγαλύτερα δικηγορικά γραφεία της Αυστραλίας της δικαστικής επιδίωξης να στέλνονται τα εισοδήματα από το Σκλάβειο Κληροδότημα στο Γηροκομείο. Η δίκη έγινε στο Brisbane το 1973 με προσωπική παράσταση ως μάρτυρα του Προέδρου του Ιδρύματος Γ. Κασιμάτη. Στην άριστα προετοιμασμένη δίκη, το Ίδρυμα μπόρεσε να πείσει το δικαστήριο ότι η εκπλήρωση της βούλησης του διαθέτη να γίνει «σανατόριο» στα Κύθηρα είναι ανέφικτη, γιατί δεν είναι αναγκαίος πια ο κλάδος αυτός περίθαλψης, ούτε νοσοκομείο μπορεί να γίνει, γιατί υπάρχει το κρατικό Τριφύλλειο Νοσοκομείο. Το δικαστήριο επείσθη επίσης: ότι η περίθαλψη γερόντων είναι αναγκαία για το νησί, ότι η πτέρυγα κατακοίτων που είχε ανεγείρει το Ίδρυμά μας έχει τις πιο σύγχρονες διεθνώς προδιαγραφές και ότι το Τριφύλλειο Ίδρυμα, λόγω του κοινωφελούς του έργου, είναι υψηλής αξιοπιστίας Ίδρυμα. Έτσι, το Δικαστήριο, αφού έκανε επιπλέον και έλεγχο των βιβλίων της Αδελφότητας και διαπίστωσε κακή διαχείριση, αφαίρεσε την ιδιότητα «εμπιστευματοδόχου» από την εν λόγω Αδελφότητα και την έδωσε στο Τριφύλλειο Ίδρυμα, με την εντολή τα εισοδήματα του Κληροδοτήματος Σκλάβου να διατίθενται για το Γηροκομείο Κυθήρων. Σε ερώτημα του Δικαστηρίου προς τον παρευρισκόμενο Πρόεδρο του Ιδρύματος, αν το Τριφύλλειο Ίδρυμα επιθυμεί τη συνέχιση της δίκης και την ποινική καταδίκη της Διοίκησης της Αδελφότητας για κακή διαχείριση (σημειωτέον δε βρέθηκαν παλαιά εισοδήματα), δόθηκε αρνητική απάντηση.

Η συνέχεια είχε και πάλι προβλήματα. Ο συνιδιοκτήτης κατά το ½ του κτηρίου του Κληροδοτήματος και πρώην Γραμματέας κ. Patty ηρνείτο συστηματικά στην επισκευή του, το οποίο ήταν ήδη παλιό, με αποτέλεσμα να το εγκαταλείψουν οι μισθωτές και να μην αποδίδει εισόδημα. Ο κ. Χατζηπλής προσέφερε και πάλι τη βοήθειά του.  Με πληρεξούσιο του Δ.Σ. του Ιδρύματός μας (με Πρόεδρο τότε τον αείμνηστο Καθηγητή Γιάννη Στρατηγό), εζήτησε από το Δικαστήριο τον πλειστηριασμό του όλου κτηρίου, λόγω της επιβλαβούς για το ακίνητο στάση του συνιδιοκτήτη του. Η έγκριση δόθηκε και ο πλειστηριασμός έλαβε χώρα στις 30.9.1999. Ο κ. Χατζηπλής, εκπροσωπώντας το Ίδρυμά μας, παρέστη στον πλειστηριασμό και αιφνιδιάζοντας τους λοιπούς ενδιαφερομένους, προέβη στην πρώτη και τελευταία προσφορά και αγόρασε ολόκληρο το κτήριο για λογαριασμό του Τριφυλλείου Ιδρύματος στην πολύ χαμηλή τιμή των 1.225.000 δολαρίων Αυστραλίας.

Ακολούθως, ο κ.Χατζηπλής προέβη, με προσωπική επίβλεψη, στη συνένωση των δύο χωριστών κτηρίων και στη ριζική ανακαίνισή του και το μίσθωσε για λογαριασμό του Ιδρύματος. Έτσι, ολόκληρο το κτήριο του Γεωργίου Σκλάβου ανήκει πια στην πλήρη και αποκλειστική κυριότητα του Τριφυλλείου Ιδρύματος Κυθηρίων. Η διαχείρισή του έχει ανατεθεί σε ιδιωτικό γραφείο διαχειρίσεων, υπό τον έλεγχο γραφείου Ορκωτών Ελεγκτών στο Brisbane, σε συνεργασία με το Γραφείο Ορκωτών Ελεγκτών στην Αθήνα του συμπατριώτη μας Γεωργίου Κασιμάτη (Δρυμωνιάτη), που ασκεί τον έλεγχο του Ιδρύματός μας. Ο κ. Χατζηπλής είναι «εμπιστευματοδόχος» με βάση απόφαση του δικαστηρίου, του κληροδοτήματος Σκλάβου, που αποτελείται πια -μετά την αγορά του όλου ακινήτου από το Τριφύλλειο- από το ποσό των 650.000 δολ. Αυστραλίας, όσο ήταν το αντίτιμο της αγοράς του  ½ του κτηρίου του Σκλάβου. Σήμερα, γίνεται η προσπάθεια από τους αντιπροσώπους του Ιδρύματος στην Αυστραλία να απαλλαγεί το Τριφύλλειο Ίδρυμα από επιβολή φόρου εισοδήματος.


* Οι πληροφορίες έχουν αντληθεί από τον ιστότοπο του Τριφύλλειου Ιδρύματος Κυθηρίων

Πέμπτη 18 Αυγούστου 2022

Ο ΚΑΦΕΣ ΤΩΝ ΑΝΑΜΝΗΣΕΩΝ (ΘΙΑΚΙ) του Γιάννη Καραντζή*

 



Τακτοποιούσα τις προάλλες την αποθήκη του πατρικού μου σπιτιού και ανέσυρα στην επιφάνεια δυο παλιά απαραίτητα σύνεργα για την παρασκευή του ελληνικού καφέ, το καβουρδιστήρι και τον «μύλο» του καφέ.

Αυτά τα δύο πολύτιμα εργαλεία της παρασκευής του καφέ βρίσκονταν σε κάθε σπίτι εκείνης της εποχής, γιατί ελάχιστοι αγόραζαν αλεσμένο καφέ. Τον αγόραζαν πάντοτε σε σπόρους, τον καβούρδιζαν με το καβουρδιστήρι στη φωτιά του τζακιού και τον άλεθαν στη συνέχεια με τη χειροκίνητη μηχανή, τον «μύλο», σκορπίζοντας αυτήν τη χαρακτηριστική μυρωδιά στην ατμόσφαιρα του σπιτιού, η οποία παρέμενε για αρκετή ώρα.
Αυτή η χαρακτηριστική μυρωδιά του φρεσκοκαβουρδισμένου καφέ μόλις γινόταν αντιληπτή από δύο αξιαγάπητες γειτόνισσες, περασμένης τότε ηλικίας, κατέφθαναν για να απολαύσουν τον καφέ που παρασκεύαζε η μάνα μου. Κρατούσαν το φλιτζάνι με το πιατάκι ψηλά, στον μέσον περίπου του στήθους και ρουφούσαν τον καφέ γουλιά-γουλιά. «Να αγιάσουν τα χέρια σου, με τον υπέροχο καφέ που έφτιαξες», ψέλλιζαν καθώς απολάμβαναν τον καφέ τους που τον συνόδευαν με μια μικρή κόρα ψωμιού και συμπλήρωναν, «Βλέπεις εσύ δεν νοθεύεις τον καφέ με ρεβίθι, γι’ αυτό έχει αυτήν την υπέροχη γεύση».
Πέρασαν χρόνια από τότε και αυτά τα αξιοθαύμαστα εργαλεία του καφέ αποσύρθηκαν. Ο ελληνικός καφές αγοράζεται αλεσμένος, οι ποικιλίες του πλήθυναν και η απόλαυσή του γίνεται κατά το πλείστον στις καφετέριες που τις συναντάς σε κάθε γειτονιά.

*Θιακός δάσκαλος που υπηρέτησε από όλες τις θέσεις την εκπαίδευση, πρώην επίκουρος καθηγητής Παν. Πάτρας

Η ΖΩΗ ΜΟΥ ΣΑΝ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ του Γρηγορίου Ξενόπουλου*

 



«Γρήγορα έπιασα φιλίες με φοιτητές κάθε σχολής και κάθε χρόνου — από πρωτοετείς ως τελειόφοιτους — κι είχα πάντα μια μεγάλη παρέα και στα Προπύλαια, και στο εστιατόριο, και στο καφενείο, και στον περίπατο. Με διάλεγαν και τους διάλεγα. Από διάφορες επιστήμες είχαμε κάτι κοινό μας ένωνε: την αγάπη μας και την κλίση μας στα γράμματα και στη λογοτεχνία.

Έτσι όλοι μου σχεδόν οι φίλοι ήταν μέλλοντες λόγιοι, ποιητές και διηγηματογράφοι σαν και μένα. Μερικοί μάλιστα, μεγαλύτεροί μου, ήταν κι από τότε: είχαν τυπώσει κιόλα την πρώτη λυρική συλλογή.
Τρώγαμε σ’ ένα μικρό εστιατόριο, στο ισόγειο ενός μεγάλου σπιτιού, οδός Ακαδημίας και Λυκαβηττού. Το είχε κάποιος Λευκάδιος κυρ-Φίλιππας λεγόμενος, και το έλεγε «Ξενοδοχείον η Λευκάς».
[…]
Κάπου - κάπου για ποικιλία, ίσως και για οικονομία τρώγαμε το βράδυ και στο μπακάλικο του Γεωργαντά —στο οτέλ μπακαλίκ, όπως λέγαμε. Αντίθετα, κάπου-κάπου— και συνήθως τις πρώτες μέρες του μήνα που τα είχαμε μπόλικα — τρώγαμε «μεγαλοπρεπέστατα στου Πελοπίδα, στην οδόν Ερμού ή στο «ρεστωράν ντ΄ Ορόπ» στην πλατεία του Συντάγματος. Σ’ αυτά τα εστιατόρια πολυτελείας πληρώναμε τρεις δραχμές την καθισιά μας — εκεί που στου κυρ Φίλιππα πληρώναμε …65 λεπτά ως μια δραχμή. Λέγαμε πως άξιζε μια φορά τόσο, «να τρώμε και σαν άνθρωποι», με μαυροντυμένα γκαρσόνια, λινά τραπεζομάντιλα, επάργυρα σερβίτσια και λουλούδια στη μέση του τραπεζιού.
Ας είναι εγώ «σαν άνθρωπος» έτρωγα μόνο κάθε Κυριακή στου Διογενίδη.
Με την καλή αυτή οικογένεια είχαμε παλιά και μεγάλη φιλία. Πριν παντρευτούν ακόμα, ο πατέρας μου ήταν στενός φίλος του Διογενίδη στην Αθήνα, κι η μητέρα μου φίλη της Διογενίδαινας στην Πόλη. Η φιλία ανανεώθηκε στη Ζάκυνθο, όταν ο Διογενίδης, Αχιλλεύς το μικρό του όνομα — ήταν εκεί προέδρος των Πρωτοδικών. Όταν ήρθα φοιτητής στην Αθήνα, είχε πια αποσυρθεί από την υπηρεσία — αφού έκαμε κι εφέτης στην Πάτρα — δικηγορούσε, και καθόταν στην οδό Φειδίου.
Εκεί έκαμα μια από τις πρώτες μου επισκέψεις.
Μου έκαμαν την πιο θερμή υποδοχή και μου απαίτησαν να προγευματίζω μαζί τους κάθε Κυριακή και μεγάλη γιορτή. Εκεί, που λέτε, γουστάριζα καλό φαΐ σπιτίσιο, και πολίτικο μάλιστα, γιατί η Διογενίδαινα ήταν πολίτισσα σαν τη μητέρα μου. Αργότερα θα ξαναϊδούμε την οικογένεια, γιατί η μεγάλη κόρη του Διογενίδη στάθηκε η πρώτη μου γυναίκα κι απ’ αυτήν είχα το πρώτο μου παιδί.
Εδώ, όμως, θα περιοριστώ στα φοιτητικά. Ο Διογενίδης είχε αναλάβει τότε και μιαν άλλη φροντίδα για μένα: Επειδή ήμουν σπάταλος κι έκανα πολλά περιττά έξοδα, στο τέλος του μηνός δεν είχα, ούτε για τ’ αναγκαία, και δανειζόμουνα από φίλους μου ή έτρωγα στου κυρ-Φίλιππα βερεσέ. Τα ’μαθε αυτά ο πατέρας μου - δεν του άρεσαν αυτά, α, ήταν πολύ τυπικός, δε θυμούμαι να δανείστηκε ποτέ στη ζωή του ή να πήρε πράγμα βερεσέ — παρακάλεσε τον παλιό του φίλο να στέλνει σ ’ αυτόν τα χρήματά μου δυο και τριών μηνών μαζί, και να μη μου δίνει τα ορισμένα κάθε πρωτομηνιά. Αλλά ούτε αυτό άλλαξε την κατάσταση. Γιατί όσο αυστηρά κι αν κρατούσε την εντολή ο Διογενίδης — άλλος τυπικός άνθρωπος, χρυσό να τον έκανα, κρεμασμένο να μ ’ έβλεπε, δεν εννοούσε να μου δώσει πεντάρα στο μέσο του μηνός. Εγώ άμα βρισκόμουν στα στενά, κατάφευγα πάλι στα δανεικά και στα βερεσέδια. Έτσι τα οικονομικά μου ήταν πάντα σε άθλια κατάσταση. Κάθε μήνα είχα έλλειμμα που το σκέπαζα από το επίδομα του επόμενου. Και το έλλειμμα του τελευταίου το πλήρωνε θέλοντας και μη ο καημένος ο πατέρας μου. Το Μάη συνήθως του έγραφα: «Στείλε μου 50 δραχμές να πληρώσω όπου χρωστώ, γιατί αλλέως είναι αδύνατο να φύγω». Και μου έστελνω. Αμανάτι θα μ’ άφηνε στην Αθήνα;
Ο συμπατριώτης μου, συμφοιτητής μου και αγαπημένος φίλος Γεώργιος Κλαυδιανός — ο σπουδαίος κατόπι μαθηματικός, που πέθανε εκατομμυριούχος — δεν είχε ούτε τόσες. Αμφιβάλλω αν ο πατέρας του του έστελνε καμιά πενηνταριά κάθε μήνα. Ο Λομπάρδος, υπουργός τότε της Παιδείας, τον είχε βάλει σ’ ένα μισοϋπόγειο του Γυμνασίου της Πλάκας να κατοικεί δωρεάν. Προγύμναζε και μαθητές στα μαθηματικά, που και τότε ήταν τόσο δύσκολα για τα περισσότερα παιδιά όσο και σήμερα. Και τα κατάφερνε τόσο καλά, ώστε όχι μόνο δε στερούσε τον ευαυτό του από τίποτα, αλλά κι όταν δεν είχα λεφτά, ο φτωχός Κλαυδιανός είχε να με δανείζει! Μα γι αυτό έκαμε εκατομμύρια, ενώ εγώ, όσα κι αν είχα στη ζωή τα σπαταλούσα πάντα, όπως και τις 150 δραχμές, που μου έστελνε το σπίτι μου όταν ήμουν φοιτητής… Δεν ήθελα ξύλο;»
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ(1867-1951), «Η ΖΩΗ ΜΟΥ ΣΑΝ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ», Εφημερίδα «ΑΘΗΝΑΙΚΑ ΝΕΑ» 1938-1939

* ''τη φροντίδι'' Διονυσίου Βίτσου εκδότη/λογοτέχνη

Η ΣΤΑΦΙΔΑ ΠΟΥ ΛΙΑΖΕΤΑΙ ΣΤΟ ΤΖΑΝΤΕ

 



«Όση σταφίδα λιάζεται τον Αύγουστο στ'αλώνια,

τόσα βυζιά χαϊδεύονται τη νύχτα, κάτω από τα σεντόνια»


Από την ζακυνθινή καντάδα ''Βαρβαρούλα'' που ανέσυρε η τζαντιώτισσα Τίνα Σούλη

Τρίτη 7 Δεκεμβρίου 2021

VOX IN RAMA του Δημήτρη Βαρνάβα*


Πάπας Γρηγόριος 9ος

 Οι εμμονές και οι ιδεοληψίες ορισμένων ηγετών, ιδιαίτερα εκείνων που προσδίδουν στον εαυτό τους χαρακτηριστικά αυθεντίας, είναι δυνατόν να προκαλέσουν τεράστια δεινά και ανεπανόρθωτες καταστροφές.

Ήταν 13 Ιουνίου του 1233 όταν ο Πάπας Γρηγόριος ο 9ος εξέδωσε την παπική βούλα «Vox in Rama».

Η παπική βούλα έβαζε στο στόχαστρο τις γάτες ως πλάσματα του εωσφόρου. Το διάταγμα επιδόθηκε στον βασιλιά Ερρίκο Ζ’ της Γερμανίας, γιο του Φρειδερίκου Β’, αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, με εντολή να εφαρμοστεί άμεσα.

Κανείς δεν τόλμησε να αμφισβητήσει την αυθεντία του ιεράρχη.

Όμως θανατώνοντας τις γάτες αυξήθηκε κατακόρυφα ο πληθυσμός των αρουραίων, με αποτέλεσμα να μεταδώσουν στους ανθρώπους την πανώλη που σκόρπισε τον όλεθρο, εξαφανίζοντας περί το 1/3 του πληθυσμού της Ευρώπης.  Από 85 περίπου εκατομμύρια, ο πληθυσμός της Ευρώπης μειώθηκε σε 30.

Ο μεσαίωνας παρήλθε και σε ζητήματα δημόσιας υγείας το λόγο έχει πλέον η επιστήμη, στην οποία εκκλησία και πολιτική ηγεσία οφείλουν να δείχνουν εμπιστοσύνη.

Συμβαίνει όμως κάτι τέτοιο στα καθ΄ ημάς;  

Δυστυχώς όχι. Η εκκλησία δυσκολεύεται ή και αρνείται να συμβιβαστεί με τις προτροπές των επιστημόνων για τον εμβολιασμό και τήρηση κανόνων δημόσιας υγείας  στις εκκλησίες. 

Και βέβαια συστατικό στοιχείο της αυθεντίας είναι το αλάθητο.

Είτε πρόκειται για το αλάθητο του Πάπα, είτε για το αλάθητο του οιουδήποτε άλλου...

 

* οφθαλμίατρος , μέλος Δ.Σ. του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου

Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου 2021

ΚΟΡΦΙΑΤΙΚΟΣ ΓΑΛΟΣ ΜΕ ΣΟΥΠΑ ΑΥΓΟΛΕΜΟΝΟ



 Μερικές δεκαετίες νωρίτερα η κατανάλωση του κρέατος στις περισσότερες οικογένειες συνέβαινε σπάνια και σε μεγάλες εορτές του χρόνου, αφού το σφάξιμο των οικόσιτων ζώων αποτελούσε κάποτε ιεροτελεστία και συμμετείχε όλη η οικογένεια. Ένα «ακριβό» φαγητό περιλάμβανε τα παλιά τα χρόνια, πέρα από πολλές επιλογές σε συνοδευτικά και καλό κρασί, γενναιόδωρη μερίδα κρέατος.

Στην Κέρκυρα όμως, δεσπόζουσα θέση στο τραπέζι των Χριστουγέννων, είχε το παραδοσιακό αυγολέμονο και ο γάλος. Σήμερα θεωρείται το απόλυτο χειμωνιάτικο παραδοσιακό και απολαυστικό φαγητό τις γιορτινές ημέρες και όχι μόνο.

Οι νοικοκυρές από νωρίς το πρωί φρόντιζαν να ξεκινήσουν το μαγείρεμα και την προετοιμασία του γιορτινού τραπεζιού, αφού δεν αποτελούσε εύκολη υπόθεση. Η οικογένεια μαζεύονταν γύρω από τη φωτιά και απολάμβανε την σπάνια ευκαιρία της κρεατοφαγίας.

Το μεσημέρι τα πιάτα γέμιζαν με μυρωδάτη αυγοκομμένη κοτόσουπα και καραμελωμένο γάλο ψημένο στο φούρνο, στα κάρβουνα ή στη γάστρα γεμιστό με κουκουνάρια, κάστανα και πολλά μυρωδικά. Συνοδεύεται συνήθως με πατάτες «σκαστές» και έχει καθιερωθεί ως το απόλυτο Κορφιάτικο έδεσμα των Χριστουγέννων.

Η παράδοση θέλει τη σούπα να σερβίρεται πηχτή, πράγμα που επιτυγχάνεται με μπόλικο παραβρασμένο σε ζωμό κότας ρύζι και κρέμα αυγολέμονο, ιδανικά φτιαγμένη με πολλά ντόπια αυγά. Στο τέλος προσθέστε στο πιάτο σας μαύρο πιπέρι και ξερό τυρί τριμμένο για ακόμα πιο έντονη γεύση!. To τραπέζι συμπληρώνεται ιδανικά με ντόπιο «μαύρο» κρασί και σπιτική συκομαϊδα.

Υλικά:

  • 1 κοτόπουλο ή μέρη από γαλοπούλα
  • 1 κούπα ρύζι
  • 2 αυγά
  • Μισή κούπα χυμό λεμόνι
  • Αλάτι και πιπέρι

Εκτέλεση:

  • Σιγοβράζουμε το κοτόπουλο ή την γαλοπούλα για περίπου 2 ώρες
  • Αφού βράσει, αφαιρούμε το κοτόπουλο/γαλοπούλα και κρατάμε το ζουμί. προσθέτουμε το ρύζι και το βράζουμε μέχρι να μαλακώσει
  • Χτυπάμε 2 ασπράδια μέχρι να γίνουν αφράτα και προσθέτουμε και τους κρόκους των αυγών ενώ συνεχίζουμε να χτυπάμε προσθέτουμε τον χυμό λεμονιού.
  • Σιγά σιγά αρχίζουμε να προσθέτουμε λίγο από τον ζωμό στο μίγμα με τα αυγά
  • Προσθέστε αρκετό ζωμό για να κάνει το μίγμα αυγών την ίδια θερμοκρασία με το ζωμό, αυξάνοντας σταδιακά τη θερμοκρασία στο μίγμα αυγών έτσι ώστε η σούπα να μην σβολιάσει
  • Μετά προσθέτουμε το μίγμα των αυγών στο ζωμό με το ρύζι, ανακατεύοντας συνέχεια
  • Αλάτι και πιπέρι για την νοστιμιά
  • Αφήνουμε την σούπα για 15 λεπτά. (προσοχή! Αν θέλετε να ξαναζεστάνετε την σούπα ΜΗΝ την βράσετε γιατί θα πήξουν τα αυγά.

Πηγή; sindetiras.gr

Κυριακή 29 Αυγούστου 2021

ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΣΠΙΤΙ ΣΤΟ ΛΙΒΑΔΙ ΤΟΥ ΡΟΠΑ του Σταμάτη Κυριάκη*




Χτές το βράδυ περπατώντας στα Κουρτελάτσα συνάντησα έναν πλανόδιο μικροπωλητή παυλόσουκων.
Ήρθε η εποχή τους.
Αλλού τα λένε «Φραγκόσυκα» και δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλή φρούτα .
Στην Κέρκυρα και στην Βόρεια Ιταλία είναι τόσο αγαπητά που τα λέμε χαϊδευτικά «φρεσκαμέντο» και τα πουλάνε στους δρόμους έναντι ενός ευρώ το κομμάτι (καθαρισμένα).
Για πολλούς αποτελεί μυστήριο η μεγάλη αγάπη των Κερκυραίων για τα παυλόσουκα.
Η αλήθεια είναι ότι όταν οι Ενετοί επιδότησαν την δενδροφύτευση της Κέρκυρας με ελαιόδεντρα είχαν θέσει ως όρο να φυτευτούν επίσης στα όρια του κάθε κτήματος και παυλοσουκιές.
Οι παυλοσουκιές χρησίμευαν ως αντιπυρική ζώνη πρωτίστως και δευτερεύοντος ως αγκαθωτός φράχτης με νόστιμα και ζουμερά φρούτα.
Το δε λάδι πρωτίστως χρησίμευε για την παραγωγή σαπουνιού (το μόνο απορρυπαντικό της εποχής εκείνης) , για τον φωτισμό των πόλεων και τέλος ως τροφή με μεγάλη θρεπτική αξία.
Σοφοί οι πρόγονοι μας αλλά θα μου πείτε, τι σχέση έχουν όλα αυτά με το μικρό σπίτι στο λιβάδι του Ρόπα.
Έλα ντέ!
Ο πλανόδιος μικροπωλητής παυλόσουκων στα Κουρτελάτσα μου έφερε στο μυαλό τον Φτύμιο και το μικρό σπίτι στο λιβάδι του Ρόπα.
Καταρχήν ο «Φτύμιος» είναι ο «Θύμιος» άλλων τουριστικών προορισμών η ο «Ευθύμιος» της νεοελληνικής λογοτεχνίας.
Λέμε «Φτύμιος» κατά τον ίδιο τρόπο που κακοποιούμε διάφορες λέξεις τόσο της Αγγλικής όσο και της Ελληνικής γλώσσας.
Τις μικρότερης έκτασης κακοποιήσεις τις κάνουμε στις (χιλιάδες) Ενετικής προέλευσης λέξεις.
Λέμε για παράδειγμα «πάρκι» , «μπλέ ελεκτρί», «σούπεμάρκε», «Μισοκομείο», «Αστενομία», «Θηριοειδής» .
Εν ολίγοις κόβουμε το άβολο τελικό σύμφωνο της Αγγλικής και παραμορφώνουμε τις δύσκολες ελληνικές λέξεις.
Η πιο άγρια κακοποίηση της Αγγλικής νομίζω γίνεται στην λέξη «Πιτσιρουρί».
Η λέξη αυτή υποδηλώνει ευστοχία. Πώς λέμε.. «τον πέτυχε στο δόξα πατρί.».
Στην Κερκυραϊκή , λοιπόν, θα πούμε «τον επίτυχε μες στο πιτσιρουρί».
Η λέξη προήλθε από ένα επιφώνημα των Άγγλων αλλά και των Κερκυραίων παικτών του Κρίκετ στην κάτω πλατεία κατά την διάρκεια του αγώνα που υποδήλωνε ευστοχία «pitch in the ring».
Ενιγουέϊ.
Ξεφύγαμε πάλι.
Ο Φτύμιος, λοιπόν, είναι γόνος μια πάμφτωχης πολυμελούς Κερκυραϊκής οικογένειας και έχει στην ιδιοκτησία του ένα μικρό σπίτι στο λιβάδι του Ρόπα.
Το «λιβάδι του Ρόπα» πήρε το όνομα του (μάλλον) από έναν άγριο θάμνο που υπάρχει άφθονος στην περιοχή και που στην αρχαία ελληνική γλώσσα λεγόταν «Ρώπαξ».
Το μυαλό του ανυποψίαστου μέσου Έλληνα αναγνώστη θα πάει σε κάποιο απέραντο κάμπο.
Το Λιβάδι του ρόπα ήταν ένα μικρό έλος που (ματαίως) αποξηράνθηκε από τους Άγγλους και μετατράπηκε σε μία μικρή επίπεδη μακρόστενη ακαλλιέργητη έκταση .
Η γενική λογική του μέσου Κερκυραίου είναι να δίνουμε μεγάλες διαστάσεις σε μικρά πράματα.
Ο «Γυάλινος πύργος» , για παράδειγμα , είναι μια πολυκατοικία τριών ορόφων και ενός ημιώροφου.
Η ψηλότερη κορφή του «Όρους» είναι εννιακόσια ογδόντα μέτρα (μαζί με την κεραία της ΕΡΤ).
Η «Εθνική Λευκίμμης» και η «Εθνική Παλαιοκαστρίτσας» είναι δύο καρόδρομοι που μπροστά τους η επαρχιακή οδός Φλώρινας –Πρεσπών είναι Ελβετία.
Ενώ το «διεθνές αεροδρόμιο του Καποδίστρια» έχει γίνει ο εφιάλτης των πιλότων ανά τον κόσμο.
Στην προσγείωση ο πιλότος θα πρέπει να περάσει ξυστά από το καμπαναριό της Βλαχέραινας για να σταματήσει λίγο πριν από το πάρκι του Λίντλ.
Πάλι ξεστράτισα.
Ο Φτύμιος , λοιπόν, μετά από συνεχείς επεκτάσεις μετέτρεψε το καλύβι που κλερονόμησε από τον πατέρα του σε «βίλλα» και έτσι έγινε ο πρώτος πιτόρος της Κέρκυρας με βίλλα στο λιβάδι του Ρόπα δίπλα από τον καταυλισμό των Ρομά.
Είχε δε και την άποψη ότι οι Ρομά θα πρέπει να μετεγκατασταθούν εί δυνατόν «εις το Κράτσαλο» μακριά από τα μάτια του πολιτισμένου κόσμου.
Ο δεύτερος καημός του ήταν να κόψει τσι τριτοκοσμικές παυλοσουκιές από τα όρια του κτήματός του και να φτιάξει έναν πέτρινο φράχτη με κολονάκια όπου στην κορυφή θα αναπαύονται γύψινα λιοντάρια για να προστατεύουν την περιουσία του Κόντε πιτόρου.
Μιας και τόφερε η κουβέντα , «Πιτόρος» είναι ο ζωγράφος στην Ενετική διάλεκτο αλλά εμείς το χρησιμοποιούμε και για τους ελαιοχρωματιστές ,λίγο ως ειρωνεία και λίγο ως καταξίωση.
Τις προάλλες τον συνάντησα στην Ανουντσιάτα. Φορούσε τα ρούχα της δουλειάς και ερχόταν από ένα σπίτι που έχει αναλάβει να βάψει.
Επηρεασμένος από τις πυρκαγιές ανά την Ελλάδα με κοίταξε με ανήσυχο μάτι.
«Θυμάσαι πρόπερσι που έπιασε η μεγάλη πυρκαγιά στο λιβάδι του Ρόπα;»
Η «Μεγάλη πυρκαγιά» ήταν τέσσερα στρέμματα καλαμιώνας, χόρτα και μερικά πουρνάρια .
«Σταμάτησε μπροστά στο σπίτι μου. Έβαλε το χέρι του ο Άγιος Σπυρίδωνας και δεν εκαήκαμε ζωντανοί».
Το κοιτάω στα μάτια με τρυφερότητα και του χαϊδεύω αργά την σκονισμένη του φαλάκρα.
«Ο Άγιος Σπυρίδωνας , Φτύμιο μου , ασχολείται με πανούκλες, χολέρες , λέπρες καθώς και με γεωστρατηγικά ζητήματα όπως το Ασέδιο των Κορυφών. Το σπίτι σου σώθηκε εξαιτίας της οικονομικής κρίσης.»
Με κοιτάει με απορία.
«Αν πηγαίνανε καλά οι δουλειές σου , αγόρι μου, θα έκοβες τσι παυλοσουκιές και η στιά θα έμπαινε στο σπίτι.

*Κορφιάτης ακτιβιστής