Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2014

ΡΕΚΒΙΕΜ ΣΤΗΝ ΚΕΡΚΥΡΑΪΚΗ ΠΛΑΤΕΙΑ ΚΡΕΜΑΣΤΗΣ του Πέτρου Γάλλια

Ελάχιστο “ρέκβιεμ” για τις μνήμες της μικρής μας πλατείας. Για τις μνήμες της μικρής μας πόλης….
Η ωραιότερη ίσως πλατεία της παλιάς πόλης, του Καμπιέλου, η πλατεία της Κρεμαστής με το Βενετσιάνικο πηγάδι, δεν θα είναι πια η ίδια, γιατί κάποιοι αποφάσισαν να σβήσουν τις μνήμες της.
Κάθε φορά που έβλεπα τον τοίχο του “Ιερού Ναού της Υ.Θ. Κρεμαστή της Κεχαριτωμένης κι Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου”, αφηνόμουν στο ταξίδι του χρόνου. Κοιτάζοντας τον ξεχνιόμουν. Ολόκληρες ιστορίες ξεπηδούσαν όπως όταν κοιτάς τα σύννεφα και ταξιδεύεις σε παραμυθένιους τόπους. Πικρές ή γλυκές μνήμες. Ακόμα και σε μορφές ιερές ή εφιαλτικές. Ο τοίχος μεταμορφώνονταν ανάλογα με το φως. Αλλιώτικος στην ανατολή, αλλιώτικος το μεσημέρι, στη δύση, το βράδυ. Άλλες ιστορίες έλεγε στην Πανσέληνο, διαφορετικές στα αστέρια. Σκοτεινός και μυστηριακός στη χάση του φεγγαριού. Άλλος στη βροχή, άλλος στη λιακάδα…Σαν ένα ωραίο πρόσωπο που ο χρόνος και οι ρυτίδες το ομορφαίνουν ακόμα περισσότερο… το κάνουν μυστηριακό. Μαγικό. Ιερό…
Ο γεμάτος μνήμες, με την υπέροχη πατίνα του χρόνου, εξωτερικός τοίχος της εκκλησίας έχει βιαστεί ανεπανόρθωτα. Ποιος μπορεί να έδωσε έγκριση για αυτό το αντιαισθητικό λίφτινγκ. Ναι, βάφουν με ωραίο φρέσκο χρώμα τον τοίχο της εκκλησίας. Έτσι θα έχουμε στη γειτονιά μας ένα καθώς πρέπει ολοκαίνουργιο άχρονο και ουδέτερο τοίχο. Χωρίς μνήμες...
Δεν είμαι ειδικός στη νομοθεσία περί των αρχαιολογικών χώρων και μνημείων. Ξέρω μόνο πως κανένας δεν θα μπορούσε να διανοηθεί ούτε στον χειρότερο εφιάλτη του να βάψει τον Παρθενώνα, ή τον ναό του Ηφαίστου στο Θησείο, ή να μπογιατίσει τον Ερμή του Πραξιτέλη με τα ωραία και φανταχτερά χρώματα που είχαν στα νιάτα τους. Μπορεί κανείς να φανταστεί το θέατρο της Επιδαύρου, το Ωδείο του Ηρώδη του Αττικού, το ναό των Αγίων Ιάσωνα και Σωσίπατρου, ή την εκκλησία της Παναγίας Καπνικαρέα, ή τον Μυστρά φρεσκομπογιατισμένους;
Τέτοιες απρέπειες, τέτοια – ας μου επιτρέψετε την υπερβολή – αισθητικά εγκλήματα, τέτοιες ασκήμιες, τόση ασυνειδησία. Τόση έλλειψη αισθητικής…
Είμαστε οι ευλογημένοι κάτοικοι μιας από τις ελάχιστες πόλεις – ζωντανά μουσεία – του κόσμου. Πως μπορούμε και επιτρέπουμε τέτοιες παρεμβάσεις;
Ναι είμαι θυμωμένος. Θέλω τις μνήμες μου ζωντανές. Θέλω τη μάνα πόλη μου να γερνάει όμορφα. Χωρίς ψεύτικα φτιασίδια… Χωρίς χειρουργικές επεμβάσεις που αλλοιώνουν την ταυτότητά της. Την ταυτότητά μου…
Θέλω να περπατάω στην πόλη μου και να ταξιδεύω…
Πέτρος Γάλλιας
(Πλατεία Κρεμαστής, Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2014)
Υ.Γ. Ευτυχώς όμως, το κλίμα του νησιού, είναι με το μέρος μας. Με την υγρασία και τις βροχές του, θα ποτίσει γρήγορα και θα ξαναζωγραφίσει με νέα πατίνα τον τοίχο…

Φουμέντο: Η κεφαλονίτικη συνταγή που εξαλείφει τα συμπτώματα της γρίπης

«Φουμέντο» θα πει Φωτιά.
Στην τοπική διάλεκτο των νησιών του Ιονίου, το Φουμέντο ήταν η «θεραπεία με εισπνοή ατμών».
Πρόκειται για μια ιδιαίτερα διαδεδομένη παραδοσιακή θεραπευτική συνταγή της Κεφαλονιάς, που χρησιμοποιείται για την καταπολέμηση των συμπτωμάτων της γρίπης.
Το «φουμέντο» καταπολεμά τον βήχα, τον πονόλαιμο, την δύσπνοια και την καταρροή, μέσα σε λίγα λεπτά.
Δείτε τί υλικά χρειάζεστε για να φτιάξετε το Φουμέντο:
– 2 μέρη τσάι του βουνού
– 1 μέρος κονιάκ
– 4-5 κομάτια κανέλα ξύλο
– 2-3 κουταλιές του γλυκού μέλι
Παρασκευή
Βράζετε το τσάι με την κανέλα κι όταν βράσει καλά και κοχλάσει, το κατεβάζετε από τη φωτιά και προσθέτετε το κονιάκ και το μέλι. Οσο ακόμη είναι καφτό, βάζετε μία πετσέτα πάνω από το κεφάλι σας και κάνετε βαθιές εισπνοές. Στη συνέχεια, όσο ακόμη είναι ζεστό το ρόφημα, το πίνετε.
Εναλλακτικό φουμέντο – παλιότερη συνταγή
Παλιά, βράζανε νερό σε μία λαβέντζα, και ρίχνανε μέσα αγιασμό, φύλλα διάφνης και μηλοβαγιά.
Ύστερα κουκουλώνανε το κεφάλι τους με μία κακούλα και σκύβανε πάνω από τη λαβέντζα και κάνανε εισπνοές.
* Ευχαριστούμε πολύ για την συνταγή που μοιράστηκε μαζί μας τον κεφαλονίτη Δ/ντη σύνταξης της εφημερίδας «το Ποντίκι» Παναγή Κουτουφά.

Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2014

ΟΙ ΖΑΚΥΝΘΙΝΟΙ ΕΣΩΣΑΝ ΤΟΥΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ της Δανάης Μυλωνάκη

Το μνημείο που έστησαν η Εβραίοι της Ζακύνθου στη θέση που 

υπήρχε πριν το 1953 η Συναγωγή τους (γκρεμίστηκε από το 

σεισμό), σε ανάμνηση της διάσωσή τους από τους Γερμανούς 

κατακτητές με την φροντίδα των κατοίκων του νησιού.
 

 

Οι Ζακύνθιοι τους έσωσαν όλους, με κίνδυνο ζωής.

Ο ΞΕΣΗΚΩΜΟΣ ΤΩΝ ΑΜΠΕΛΟΥΡΓΩΝ ΤΗΣ ΛΕΥΚΑΔΟΣ ΤΟΥ 1935 του Θοδωρή Γεωργάκη

 Εποχή του τρύγου και η μνήμη πάει σ’εκείνα τα χρόνια της αθωότητας, τότε που ίσχυε για τα χωριά της Λευκάδος το ''θέρος-τρύγος-πόλεμος'', το οποίο μεταφράζονταν σε πάνδημη συμμετοχή στα αμπέλια, ο ένας να αϊτέρνει τον άλλο, τα κοφίνια με τα σταφύλια γεμάτα να τα μεταφέρουν τα άλογα, οι κάδες και οι πατήρες να πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι, τα τεράστια βαένια να τα πλένουν οι παππούδες με την θρούμπα και το ζεστό νερό, οι μουστόπιττες και το πεκιμέζι να βράζουν και τα μικρά παιδιά να περιμένουμε με λαχτάρα το πιάτο με την κατακκόκινη απ’το μοναδικό βαρτζαμί μουστόπιττα.
 Εποχές αλλοτινές, που οδηγούν κατ’ευθείαν στην  ''Κοινωνία των Ανθρώπων'', έτσι όπως την βιώσαμε στην παλιά Λευκάδα, πρίν η μονομέρια και ο διαρκής αναταγωνισμός, για την κατανάλωση, αλώσει τις ζωές μας και ορθώσει τα τείχη της τεχνητής απομόνωσης ακόμη και μέσα στις ίδιες τις οικογένειες!
Μα συγχρόνως και εποχή τίμιων και αιματηρών Αγώνων για την επιβίωση, για την απόκτηση του γλίσχρου εισοδήματος απ’τα σταφύλια, προκειμένου να ντύσουν και να ποδέσουν την οικογένεια, να αγοράσουν τα βιβλία, τα τετράδια και τις λάπες των παιδιών, να κάνουν τις προμήθειες για τον χειμώνα, που ήταν αγορά κυρίως οσπρίων. Τότε, εκείνα τα χρόνια, το ΤΑΟΛ Λευκάδος, αυτός ο Συνεταιρισμός των Αμπελουργών που εμπνεύσθηκε και δημιούργησε, το 1915, ο μοναδικός και απαράμιλλος Πέτρος Φίλιππας-Πανάγος, είχε πράγματι ρόλο πρωταγωνιστή την εποχή του τρύγου.  Μπροστάρης το ΤΑΟΛ και καθοδηγητής όριζε τιμή στα σταφύλια, για να ακολουθήσουν μετά οι διάφοροι έμποροι, όπως η ΒΕΣΟ απ’την Πάτρα, έμποροι απ΄την Ιταλία, την Κέρκυρα, τα Γιάννενα, το Αγρίνιο, οι οποίοι, προκειμένου να αγοράσουν σταφύλια, αναγκάζονταν να δώσουν παραπάνω τιμή απ’την τιμή εκκίνησης του ΤΑΟΛ, με αποτέλεσμα να λειτουργεί ο ανταγωνισμός και οι χωρικοί της Λευκάδος να καρπώνονται την δημιουργούμενη υπεραξία.
Ομως υπήρξαν και χρονιές δύσκολες, χρονιά όπως αυτή η σημαδιακή του 1935, όπου οι χωρικοί της Λευκάδος  βρέθηκαν μπροστά σε μια τραγική κατάσταση, σε ότι αφορούσε τα σταφύλια, τα οποία τελικά μετατράπηκαν σε…ΣΤΑΦΥΛΙΑ  ΤΗΣ ΟΡΓΗΣ, αφού αναγκάσθηκαν να στασιάσουν και να οδηγηθούν σε πάνδημο Συλλαλητήριο, προκειμένου να στέρξει η  επίσημη Πολιτεία να δώσει σημασία και βάρος στα δικαιολογημένα αιτήματά τους.    Και τούτη η εξέγερση, τέταρτη κατά χρονολογική σειρά, μετά την Επανάσταση της Βουκέντρας το 1357, την Εξέγερση κατά των Ενετών το 1746 και την Εξέγερση κατά των Άγλλων το 1819, των Λευκαδίων  χωρικών, κυοφορήθηκε, οργανώθηκε και μετετράπη σε παναγροτικό συλλαλητήριο, στους Σφακιώτες. Τώρα οι χωρικοί δεν έχουν να αντιμετωπίσουν την ξενοκρατία των Φράγκων και των Άγγλων. Έχουν να αντιμετωπίσουν την αβελτηρία και την αδιαφορία του επίσημου κράτους,  το οποίο αγνοεί παντελώς τα βιοποριστικά τους προβλήματα.
  Είμαστε ακριβώς στην εποχή του τρύγου. 
Η τιμή των σταφυλιών εξευτελιστική. Δεν καλύπτει ούτε το κόστος παραγωγής, πόσο μάλλον κάποιο ελάχιστο εισόδημα για τους αγρότες, για να θρέψουν την φαμίλια τους. Το ΤΑΟΛ, δεν μπορούσε να βρει εναλλακτική λύση. Οι έμποροι, απ’ την πλευρά τους, καραδοκούσαν και οδηγούσαν, με την δήθεν αδιαφορία τους, την τιμή των σταφυλιών, πολύ χαμηλά. Η απόγνωση του  ξωμάχου, μόνο το κανάλι του συλλαλητηρίου βρήκε πρόσφορο να διαμαρτυρηθεί. Άλλωστε πιο άλλο μέσο πίεσης να χρησιμοποιούσαν;
            Ο  Σφακισάνος Ανδρέας Λάζαρης (Καρούσος), ο οποίος το 2013 βραβεύθηκε απ’ την Ακαδημία Αθηνών για το πλούσιο πνευματικό του έργο, αλλά και  ιδρυτής του καταπληκτικού λαογραφικού μουσείου των Σφακιωτών, άνθρωπος ανήσυχος και φιλότεχνος, γύρισε τα χωριά και βρήκε, εν ζωή, άτομα τα οποία του περιέγραψαν, με τον δικό τους απλοϊκό και αφτιασίδωτο τρόπο, τα γεγονότα του 1935. Όλες αυτές τις μαρτυρίες, ο Ανδρέας Λάζαρης, του οποίου, σημειωτέον, ο δολοφονηθείς στα γεγονότα,  που επηκολούθησαν, ο Θεοδόσης Λιβιτσάνος, ήταν πεθερός του, τις κατέγραψε, το 2010, σε ένα θαυμάσιο βιβλίο – μνήμη με τον τίτλο : «Ο Ξεσηκωμός των αμπελουργών της Λευκάδος του 1935».
          Ας δούμε πως περιγράφει αυτόν τον ξεσηκωμό, τώρα μάλιστα που βρισκόμαστε στην εποχή του τρύγου.
ΤΟ  ΣΥΛΛΑΛΗΤΗΡΙΟ
«…       Ο ξεσηκωμός των αμπελουργών της Λευκάδος ξεκίνησε την τελευταία νύχτα του Σεπτέμβρη με αιτία τα αδιάθετα σταφύλια. Την πρώτη του Οκτώβρη το 1935 κατέβηκαν στη Χώρα για να διαμαρτυρηθούν και τις δύο Οκτώβρη έγινε μακελειό από στρατό που έφεραν από την Πρέβεζα και τα Γιάννενα, σκοτώνοντας αθώους μέχρι να αποφασίσει η κυβέρνηση να αγοράσει τα σταφύλια. Αξίζει να σημειωθεί ότι τους Λευκαδίτες κληρωτούς τους έβαλαν υπό περιορισμό στο κέντρο που εκπαιδευόντουσαν στην Πρέβεζα.
            Ψάχνοντας να βρω την αιτία της ψυχρής δολοφονίας του πεθερού μου Θεοδοσίου Λιβιτσάνου και ξέροντας πως ήταν ένας από τους λίγους φυλακισθέντες γεωργούς, άρα και από τους πρωτεργάτες του ξεσηκωμού των αμπελουργών της Λευκάδας το 1935, δεν μπόρεσα να βρω τίποτε γραφτό. Τα χειρόγραφα  απομνημονεύματα του παπά – Στάθη, που βρίσκονται στην Χαραμόγλειο Βιβλιοθήκη, σταματούν ένα βήμα πίσω από το συλλαλητήριο, στην κακοδιαχείριση του ΤΑΟΛ ή μάλλον στην ανικανότητα να πουλήσουν το κρασί και ας ήταν οι δεξαμενές γεμάτες κεροπάτι. Για τον λόγο αυτό αποφάσισα να γράψω αυτά που εγώ άκουσα από τους γεροντότερους (μεγάλα παιδιά εκείνη την εποχή) που συμμετείχαν στα γεγονότα, για να μην χαθούν και αυτές οι μαρτυρίες όπως και τόσες άλλες.
            Εκείνη τη χρονιά, τα τότε Ηνωμένα Έθνη επέβαλαν εμπάργκο κατά της Ιταλίας, που ήταν από τους μεγάλους καταναλωτές Λευκαδίτικου κρασιού, γιατί είχε καταλάβει την Αβησσυνία.  Η διοίκηση του ΤΑΟΛ δεν μπόρεσε να βρει εναλλακτική λύση. Τα αμπέλια ήταν, φορτωμένα σταφύλια, τα κοφίνια και οι σταφυλοκράτες  να μην χωρούν. 
Η απόγνωση και η φτώχεια συντροφιά, ήταν ότι έπρεπε για να τους ενώσει στον ξεσηκωμό. Μια παρέα από τρία άτομα, έπαιζαν χαρτιά, στο καφενείο του Κτενά, εκεί στα πλατάνια του Φρυά.  Έχασαν τις δεκάρες τους και βγήκαν έξω από το μαγαζί με άδειες τσέπες και πάνω στην κουβέντα που είχαν, έπεσε το σύνθημα:
 συλλαλητήριο. 
Ήταν ο Πανταζής Ασπρογέρακας (Κοσπέτος), ο Βασίλης Βαγενάς (Βέλιος), και ο Βασίλης Καρφάκης (Τέλης). 
Φύγανε και τράβηξαν στα Λαζαράτα, ένα χιλιόμετρο μακριά, στο καφενείο του Δημήτρη Χαλκιά (Καλαλίτσου), που ήταν οι φίλοι τους  και κοντοχωριανοί: ο Θεοδόσης και Κώστας Λιβιτσάνος – Παπαγιάννης (πρωτοξάδελφα), ο Ξενοφώντας και Λεωνίδας Γρηγόρης (αδέλφια), ο Θεόδωρος Πετούσης (Ράκιας), ο Πανταζής Κούρτης και άλλοι. Τους βρήκαν καθισμένους στο καφενείο, στον ίσκιο της ιτιάς, να κουβεντιάζουν και αυτοί αυτό που όλους έκαιγε: για τα σταφύλια και τι μπορούσαν να κάνουν για να γιατρέψουν τη φτώχεια τους. 
Απέναντι τους είχαν το Αστυνομικό τμήμα, στο σπίτι του Σπυρατώνη Λάζαρη – Μπατσούνου.  Οι τρείς νεοφερμένοι και άφραγκοι φίλοι τους έριξαν το σύνθημα: διαδήλωση, συλλαλητήριο στη Λευκάδα. Αυτό ήταν όλο κι όλο, συμφώνησαν αμέσως, το καζάνι είχε παραβράσει. Την ίδια ώρα μαζεύτηκαν κοντά τους και οι άλλοι θαμώνες του καφενείου. Ειδοποίησαν και ήρθαν και άλλοι από τα άλλα καφενεία. Όλοι ήταν σύμφωνοι για το συλλαλητήριο.
            Η καμπάνα των Λαζαράτων άρχισε να χτυπά πότε πένθιμα και πότε χαρμόσυνα. Ήταν η πρώτη καμπάνα που χτύπησε για το μεγάλο ξεσηκωμό που εκείνη τη νύχτα έγινε.  Η παρέα όλο και μεγάλωνε και πολλοί από αυτούς έφυγαν για την Εγκλουβή. Από κάθε χωριό που περνούσαν ακολούθαγαν και άλλοι, και από την Καρυά πιο πολλοί μια και είναι το κεφαλοχώρι του νησιού.  Στην Εγκλουβή που φτάσανε, όλοι μαζί πήραν τις τελικές αποφάσεις, και οι Εγκλουβισάνοι ανέλαβαν να ειδοποιήσουν και να ξεσηκώσουν τα πίσω χωριά. Οι επισκέπτες όλα τα μπροστινά χωριά που ήδη το είχαν μάθει. Οι απεσταλμένοι καβάλα στα άλογα, έτρεχαν από χωριό σε χωριό χτυπούσαν τις καμπάνες πότε πένθιμα και πότε χαρμόσυνα και έλεγαν το απλό σύνθημα: «όλοι στη Χώρα, συνάντηση στον κάμπο, στη διασταύρωση, αύριο το κολατσιό».
            Όλοι οι γεωργοί ήταν παρόντες και ο παπά – Στάθης μπροστά με το μαύρο λάβαρο του.  Δεν ξέρω ποιος είπε να χτυπούν οι καμπάνες και σε τι ήχο, πάντως αυτός ήταν και ο «ραδιοφωνικός» του σταθμός, η διαφορά είναι πως τρέχεις στις ρούγες του χωριού και εκεί μαθαίνεις όλα τα νέα και συμμετέχεις με τη δικιά σου γνώμη. Έτσι κι αυτή τη νύχτα οι καμπάνες έκαναν σωστά τη δουλειά τους. Στην Εγκλουβή ο Αστυνόμος του τμήματος Νικολούζος φώναξε: «διαλυθείτε, θα σας πάω κρατητήριο». Ένας εγκλουβισάνος, ο Γιωργαλάς, τον έπιασε από το γιακά, «έλα πάμε» του είπε.
 Ήταν τόσος ο κόσμος και όλοι φουρτουνιασμένοι και έτοιμοι για  όλα.
 Έτσι ο νωματάρχης έφυγε μονός για τον Σταθμό.  Τα χαράματα ξεκίνησαν για την Καρυά. Εκεί έμειναν έως ότου ξημερώσει καλά στην πλατεία και στο καφενείο του Γάρη, που το άνοιξε για την περίσταση. Από εκεί ξεκίνησαν για τις Μπαράκες, ενώ οι καμπάνες χτυπούσαν συνέχεια, με μπροστάρη τον παπά – Στάθη και λάβαρο τη μαύρη σημαία.  Εκεί στο ίδιο καφενείο του Καλαλίτσου, στο πέτρινο τραπέζι που υπήρχε για πολλά χρόνια, ανέβηκε ο Θεόδωρος Πετούσης (Ράκιας) και έβγαλε τέτοιο φλογερό λόγο (ακόμα θυμούνται πολλές από τις λέξεις-φράσεις που είχε πει) που κατάφερε να ξεσηκώσει ακόμα και τους ανήμπορους γέρους για να ακολουθήσουν. Έτσι άρχιζε να ξεκινά η πορεία για τον τελικό σκοπό, την πόλη.  Κοντά στο σπίτι της κυρά Φρόσως της Γιωργάκαινας έφτασε ο διοικητής Χωροφυλακής Λευκάδος με σκοπό να τους συναντήσει και να τους πείσει να διαλυθούν. Δεν τα κατάφερε βέβαια, αλλά και δεν το άφησε να φύγει ο Θεοδόσης Λιβιτσάνος (Παπαγιάννης), που ανέλαβε από μόνος του για την πορεία, αφού όλα έγιναν σε μία νύχτα, και βέβαια δεν πρόκαναν να οργανωθούν. Έτσι τον έβαλε να ακολουθεί πίσω από τους μπροστάρηδες και πρωτοπόρους, με τα μαύρα λάβαρα τους, φοβούμενος μήπως πηγαίνοντας γρήγορα, έφερε δύναμη και τους κλείσει το δρόμο. Στο κάμπο έμεινε τελευταίος, και έτσι κατάφερε να κόψει προς την Απόλπαινα και να φτάσει στη Χώρα πρώτος.
            Οι Σπανοχωρίτες είχαν στήσει μπλόκο στο Σταυρό (στο Κόνισμα) και δεν άφηναν κανένα να περάσει με σταφύλια προς τη Χώρα. Σε συμπλοκή που έγινε με τους αστυνομικούς των Σφακιωτών, οι αστυνομικοί έφυγαν ντροπιασμένοι, αφού πρώτα έχασαν τις επωμίδες τους και τα καπέλα τους. Οι Αλεξανδρίτες είδαν ένα χωριανό τους να είναι ανεβασμένος στην πατήρα να πατά τα σταφύλια του και τη γκρέμισαν, και αυτός ακολούθησε μαζί τους.  Ο κόσμος ήταν τόσο πολύς που οι πρώτοι ήταν στον Αϊ Μηνά και οι τελευταίοι στη διασταύρωση.  Όλος αυτός ο ξεσηκωμός έγινε σε λίγες ώρες. Το έμαθαν από στόμα σε στόμα. Τι ώρα να ξεκίνησαν από τα πίσω χωριά,  από τη στιγμή που το έμαθαν αφού γίνονταν χαλασμός από τις καμπάνες του κάθε χωριού.  Οι Μπρανέλοι, σε συμπαράσταση έκλεισαν τα μαγαζιά τους. Δυστυχώς σε μια μικρή πόλη χωρίς υποδομή να δεχτεί τόσο ξεσηκωμένο πληθυσμό που αγωνιούσε νηστικός, άυπνος, και με κάθε είδους σωματικές ανάγκες, όλα μπορούσαν να συμβούν όπως κι έγιναν, με αντίπαλο ένα οργανωμένο κράτος. Το τι συνέβηκε αναφέρεται και στα πρακτικά του Ε’ συμποσίου της Εταιρείας Λευκαδικών Μελετών με την μαρτυρία του Π.Γ. Ροντογιάννη .
            Ο παπα – Στάθης συλλογισμένος για το αίμα που χύθηκε χωρίς να είναι στις προθέσεις τους και τι θα μπορούσαν να κάνουν που δεν έκαναν εκείνοι την τελευταία νύχτα του Σεπτέμβρη και την πρώτη του Οκτώβρη, δεν πρόβλεψαν πως την άλλη μέρα θα κατακλυστεί από αγανακτισμένους γεωργούς τόσες χιλιάδες κόσμος άγνωστος μεταξύ τους από όλα τα χωριά, σταμάτησε τα απομνημονεύματά του ένα βήμα πίσω για να μπορέσουν κάποτε αυτοί που ξέρουν και πρέπει να βρουν την αλήθεια. Ο Αστυνόμος από εκείνη τη θέση που τον έβαλε ο Θεοδόσης Λιβιτσάνος να ακολουθεί την πορεία κατάγραψε και φωτογράφησε τους μπροστάρηδες και έτσι εύκολα κλείστηκαν  φυλακή.
            Υ.Γ. 1. Τα σταφύλια τότε συγκέντρωνε και αγόραζε η εταιρεία ΒΟΤΡΥΣ που είχε τις εγκαταστάσεις και τις αγόρασε το ΤΑΟΛ μετέπειτα.
            2. Ο παπα – Στάθης, αν και πρωτοπόρος, ίσως να γύρισε το βράδυ στα χωριά για βοήθεια και για να ξεσηκώσει τους προύχοντες, κομματαρχέους και παπάδες των χωριών και πήγε ξανά μαζί τους στη Χώρα την άλλη μέρα. Δυστυχώς όμως φτάσανε μετά τα αιματηρά γεγονότα. Οι αφηγητές δεν είχαν την ίδια γνώμη αν ήταν ο παπα – Στάθης μπροστάρης την πρώτη μέρα ή τη δεύτερη. Έτσι ή αλλιώς όλοι τον έλεγαν μπροστάρη, ίσως να ήταν και την πρώτη και τη δεύτερη μέρα μπροστάρης.
            3. Τις πρωινές ώρες που είχαν μαζευτεί όλοι οι αμπελουργοί με μαύρες σημαίες και έτοιμοι για τον μεγάλο ξεσηκωμό έβγαλαν λόγους.  Αυτά γίνονταν μέσα σε πανζουρλισμό από φωνές του αγανακτισμένου κόσμου που είχε ξεσηκωθεί σε μια νύχτα.  Ο παπα – Στάθης είναι ένας από τους τρεις – τέσσερις που εκείνο το πρωινό έβγαλαν λόγο. Μίλησε στο χωριό του την Καρυά και στη Χώρα.  Ο Θεόδωρος Πετούσης μίλησε σίγουρα στην Παράγκα στο καφενείο του Δημήτρη Χαλκιά, και μάλλον και στο Φρυά στο ίδιο καφενείο που πρωτοξεκίνησαν την κουβέντα από βραδύς οι τρεις φίλοι.  Ένας Λιβιτσάνος (Παπαγιάννης) μίλησε μάλλον στο Φρυά και στη Χώρα…»

«ΟΛΟΙ  ΣΤΟ ΣΥΛΛΑΛΗΤΗΡΙΟ.  ΘΕΛΟΥΜΕ ΨΩΜΙ»
            Την εξέγερση των αμπελουργών της Λευκάδος, αναβίωσε με ρεπορτάζ ανθρώπων συμμετασχόντων σ’ αυτή, η εφημερίδα Ριζοσπάστης την Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 1985, με τον ανωτέρω  τίτλο.
«…       Μία ηρωική σελίδα από τον αγώνα των αμπελουργών. Ο στρατός ανοίγει πυρ και βάφει με αίμα τους δρόμους για να προστατέψει τη ληστρική πολιτική της κυβέρνηση και των εμπόρων.  Πριν 50 ακριβώς χρόνια οι σταφυλοπαραγωγοί στα σπουδαιότερα τότε αγροτικά κέντρα της χώρας έγραψαν μια ηρωική σελίδα στην ιστορία των λαϊκών αγώνων. Με μαύρες σημαίες και κωδωνουκρουσίες συγκεντρώνονται και διαμαρτύρονται δυναμικά για τη ληστρική πολιτική της κυβέρνησης και των εμπόρων. Έτσι για παράδειγμα στην Πύλο συγκεντρώνονται 10.000 αγρότες (άντρες, γυναίκες, παιδιά). Στην κεντρική πλατεία της πόλης, όπου γίνεται το συλλαλητήριο ο στρατός ανοίγει πυρ. Σκοτώνοντας δύο σταφιδοπαραγωγοί και τραυματίζονται αρκετοί. Παρόμοια γεγονότα έγιναν και σε πολλές άλλες περιοχές.
            Στη δράση των παραγωγών Λευκάδος την περίοδο εκείνη αναφέρεται το ρεπορτάζ που ακολουθεί και ρίχνει φως στα άγνωστα για πολλούς γεγονότα που έγιναν τότε εκεί. Μέρες του 1935. Μέρες γιομάτες απεργιακές κινητοποιήσεις της εργατιάς. Μέρες γιομάτες συλλαλητήρια της αγροτιάς. Μέρες σημαδιακές. Στον ορίζοντα ο φασισμός κι η απειλή του πολέμου. Οι κοινωνικοί αγώνες δυναμώνουν σ’ όλη τη χώρα. Λευκάδα τέλη του Σεπτέμβρη. Ο Κώστας Λιβιτσάνος μας διηγείται:  «Περασμένη η εποχή του τρύγου και τ’ αμπέλια άτρυγα. Τα σταφύλια κρέμονται σχεδόν σταφιδιασμένα. Υπερπαραγωγή κείνη τη χρονιά. Ωστόσο οι σταφυλέμποροι και οι κρασέμποροι του νησιού που οινοποιούσαν το «βαρτζαμί» (σ.σ. ποικιλία σταφυλιού του νησιού), για να φτιάξουν το ξακουστό κρασί του μπάρκου δεν τ’ αγοράζανε για να ρίξουνε κι άλλο τις τιμές. Οι αμπελουργοί είναι ανάστατοι. Στα κρασοχώρια του νησιού οι λαϊκοί αγωνιστές ξεσηκώνουνε τον κόσμο. «Περιμέναμε τον τρύγο για να πιάσουμε καμιά δεκάρα στο χέρι. Κι ο τρύγος πέρασε και τα σταφύλια είναι αζήτητα. Με τις εξευτελιστικές τιμές των εμπόρων δεν ξεχρεώνουμε ούτε το χαλκό ούτε το θειάφι». Και το σύνθημα έπεσε: Όλοι στο συλλαλητήριο.
            Είχε προηγηθεί πλατιά ζύμωση ανάμεσα στους αμπελουργούς. Άλλωστε τα προβλήματα ήτανε οξυμένα και παράλληλα η κυβέρνηση κι οι αρμόδιες αρχές κώφευαν στα διαβήματα των αμπελουργών. Στις 30 του Σεπτέμβρη χτύπησαν οι καμπάνες στα κρασοχώρια του νησιού. Το σύνθημα «Όλοι στο συλλαλητήριο» έπιασε τόπο. Και τι συλλαλητήριο! Ένας ολόκληρος λαός, άντρες και γυναικόπαιδα, κατέβαιναν στη Λευκάδα. Σύνθημα ένα μοναδικό «Ψωμί θέλουμε».  Ένα συλλαλητήριο ένοπλο. Αμπελουργοί με γκράδες, μαουζέρια, δίκαννα, περίστροφα, μαχαίρια και μαύρες παντιέρες δίνανε ζωντάνια και μαχητικότητα στον ξεσηκωμό.
            Ο Λεωνίδας Φίλιππας ήταν τότε λοχίας στο στρατό. Έτυχε την πρώτη μέρα του συλλαλητηρίου να είναι και η πρώτη μέρα της άδειάς του. Ακόμη ήτανε με τα στρατιωτικά όταν πάτησε στο νησί. Γιός αμπελουργών, μίλησε το αίμα, συμμετείχε ενεργά στο συλλαλητήριο.
Θυμάται:  «Το συλλαλητήριο ήτανε πάνδημο. Χιλιάδες οι αμπελουργοί. Αλλά και οι μαγαζάτορες της Λευκάδας κλείσανε τα μαγαζιά τους για συμπαράσταση. Όπως ήμουνα με τα στρατιωτικά, μπήκα στο συλλαλητήριο και βοήθησα όσο μπορούσα. Καταλάβαμε το τηλεγραφείο. Αφοπλίσαμε τους χωροφύλακες. Το συλλαλητήριο αν και ένοπλο ήτανε ειρηνικό».

          Ο Τριαντάφυλλος Κατωπόδης από την Καρυά της Λευκάδος συμμετείχε επίσης ενεργά στο συλλαλητήριο. Μας λέει:  «Έγινε χαλασμός. Ήτανε σταφυλοχρονιά και η  σοδειά δεν κύλαγε. Οι τιμές εξευτελιστικές, καληώρα σαν σήμερα. Εννιά δεκάρες το κόστος τότες 3,5 δεκάρες δίνανε οι κρασέμποροι ποντάροντας στην φτώχεια και την αδεκαρία των αμπελουργών. Τη δεύτερη μέρα του συλλαλητηρίου έφτασε στη Λευκάδα μια διλοχία από την Πρέβεζα με διοικητή το Λευκαδίτη συνταγματάρχη Λαυράνο. Τάχα δήθεν με «καλές διαθέσεις» να διαπραγματευτεί τους συντοπίτες του. Όμως βάρεσε στο ψαχνό. Το συλλαλητήριο βάφτηκε στο αίμα. Ο Νιόνιος Καρφάκης από την Καρυά Λευκάδος, μέλος του Κ.Κ.Ε. κι ο επίσης Καρσάνος μαθητής Γιώργος Ρεκατσίνας πέσανε νεκροί από τα βόλια του πολυβόλου του αποσπάσματος του Λαυράνου. Λίγο αργότερα πέθανε από κακοφόρμιση του τραύματος του στο πόδι ένας συμπαθητικός Λευκαδίτης τύπος ο Αλέκος γνωστός με το προσωνύμι «Γάλη – Γάλης». Άγνωστος παραμένει ο αριθμός των τραυματιών…»

Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2014

ΝΑ ΘΥΜΗΘΟΥΜΕ ΠΟΙΟΥΣ ΤΙΜΑΜΕ...της Ανδριανής Βοντετσιάνου (Κέρκυρα)

Θα έπρεπε ίσως να τις αναρτήσω αύριο...(28η Οκτωβρίου)
 Αλλά τις ανεβάζω σήμερα μήπως και τις δει κανένα πιτσιρίκι που θα παρελάσει.
 Για να καταλάβει γιατί θα παρελάσει αύριο και ποιούς πρέπει να τιμήσει.
Μήπως και το κορίτσι αποφασίσει να μακρύνει λίγο τη φούστα του και να μην πάει στην αυριανή παρέλαση με μίνι μέχρι το εσώρουχο και το αγόρι σταματήσει να γελάει και γίνει για λίγο άνδρας.
Αυτούς που δείχνουν οι φωτογραφίες τιμούμε αύριο. Και χάρη σε όλους αυτούς που δεν το έβαλαν κάτω και πλήρωσαν πολλοί με την ζωή τους, όλοι εσείς οι μαθητές μετά την παρέλαση - παρωδία (όπως έχετε καταντήσει τον αυριανό εορτασμό) θα πάτε να γεμίσετε τις καφετέριες.
Δείτε λοιπόν...

Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2014

120 ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ !!!

Σε λιγότερο από 18 μήνες το ιστολόγιο των φίλων της ''Επτανήσου Πολιτείας''
έφτασε και ξεπέρασε τις 120 χιλιάδες αναγνώσεις.
Ευχαριστούμε όλους για τον χρόνο σας και την συμπαράστασή σας!
Ευχαριστούμε τα φιλικά ιστολόγια.
Τα θέματα που αναρτήσαμε ατέλειωτα 
Πήραμε μεγάλες χαρές όλοι μας,αλλά και μεγάλες στεναχώριες όταν είδαμε ανθρώπους που βοηθήσαμε προεκλογικά , να σφυρίζουν αδιάφορα μετεκλογικά!
Ετσι βέβαια είναι ο κανόνας της ζωής!
Εμείς συνεχίζουμε ΕΝΤΙΜΟΙ και ΑΚΟΥΡΑΣΤΟΙ
Ο στόχος μας είναι:
''Η  συνεχής διάδοση της Επτανησιακής κουλτούρας,σε κάθε έκφρασή της''

''Η καθιέρωση της 21ης Μαρτίου ως ημέρας Επτανησιακής Υπερηφάνειας''


''Η συντήρηση και εκμάθηση της ντοπιολαλιάς''




Σάββατο 25 Οκτωβρίου 2014

ΚΑΝΑΛΟΣ του Διον.Φλεμοτόμου

Κάναλος: πηγή.
Η Κάναλη στην Μπόχαλη, από τις γνωστότερες πηγές.
 Χαρακτηριστική η φράση για όποιον έχει βραχνάδα, λόγω του κρύου νερού της:
 "Ήπιες νερό απ' την Κάναλη;".

Η ΕΦΟΡΙΑ της Τζέλας Λαβράνου

....Την κατοικία μου εβαλε, στο μάτι η εφορία,
και μπουλετιά μ'απεστειλε μα ελόου μου ...αδιαφορία.
Σα δε πλερώσω, η ποινή, που γράφτουν ειν' αγρία
να τσ' αποστείλω σκέφτουμαι το πιο μακριό απ' τα τρία.
Μια κόφα ορές εγιόμισα με μπουλετιά ως απάνω,
στα κρυα για προσάναμα στη στιά θε να τα βάνω.
Να τα πλερώσω παναπεί μου κάζεται για μπέρτα
πο πουθενες θε να τα βρω τοσα οβολα αβέρτα;
Ταπετσαρία να τα' κανα στου κροβατιού τον πλάτη
σκιάομαι μην ο κούτρης μου, τα γλέπει και ανάφτει....
Να τα ποστάρω παναπεί στη φάτσα, του αποπάτου
ή θα μου ντέσει ο κούτσουλος και δε θα πέφτει κάτου;
Ωρες ερολογιόμουνε και μίγια λύση εβρήκα,
στην αδρεφη μου τη κουτσή, θε να τα δώκω προίκα!
Α παρει μίγια κατοικια φτωχια θα τηνε πουνε
με μίγια κόφα μπουλετιά πλούσια θα τηνε βρούνε....
Τόμου και μας χρεγιώσανε καλύβι για βιλάρα
τα φορτικά για μερσεντές , την κότα για γαλάρα
τσου συμπεθέρους παναπεί κι ελόου μου θα τα δωκω
και θα χαλεψω στο ύστερο αμοναχά τον τόκο !

Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2014

ΤΣΙΡΙΓΩΤΙΚΗ ΟΡΔΥΚΟΣΟΥΠΑ της Ελένης Χάρου






Αναμφισβήτητα το πρεπόζιτο αυτή την εποχή για το Τσιριγώτικο τραπέζι είναι η ορδυκόσουπα. Ανέκαθεν στα Κύθηρα δύο σπουδαίες ασχολίες των ανδρών ήταν το ψάρεμα και το κυνήγι.

 Για κάποιους ήταν σπορ, για άλλους ήταν επιβίωση κι ας λέγανε «του κυνηγού και του ψαρά το πιάτο, δέκα φορές ειν’ αδειανό και μια φορά γεμάτο» 
Στη δεκαετία του ‘ 50 που είχε πολύ περισσότερα πουλιά, ένας κυνηγός σε μια πρωινή βόλτα μπορούσε να μαζέψει 50 κομμάτια, τα οποία έκαναν πιλάφι, ή σούπα, ή ψητά, ή παστά και με τα ξυγκάκια των ορτυκιών έκαναν την περίφημη ξυγκόπιττα στο φούρνο.
 Η εποχή των ορτυκιών είναι από το Σεπτέμβριο μέχρι το Νοέμβριο.
 Τη νύχτα τα ορτύκια κάθονταν χάμω σε καθαρό χωράφι, όχι σε θάμνους και δένδρα και οι κυνηγοί τα κυνηγούσαν με το φαγκλί, δηλ. με ένα φανάρι λαδιού, ή ασετυλίνης, ή πετρελαίου, «τα φαγκλώνανε» και τα πιάνανε ζωντανά με απόχες. 
Οι κυνηγοί αποχάδες τα διατηρούσαν μέσα σε κλουβιά με πανί στο πάνω μέρος για να μην τραυματίζουν το κεφάλι τους.
Αυτά τα κλουβιά κάποτε ταξίδευαν από τα Κύθηρα μέχρι τη Σμύρνη με τα καράβια του Αυστριακού Lloyd.

''ΑΠΑΝΤΩΝΤΑΣ ΣΤΟΝ κ. ΓΡ. Κ. ΜΑΡΚΕΤΟ'' του κ.Πέτρου Πετράτου

ΑΠΑΝΤΩΝΤΑΣ ΣΤΟΝ κ. ΓΡ. Κ. ΜΑΡΚΕΤΟΑΠΑΝΤΩΝΤΑΣ ΣΤΟΝ κ. ΓΡ. Κ. ΜΑΡΚΕΤΟ
Αγαπητέ μου κύριε, είστε άδικος απέναντί μου, όταν ισχυρίζεστε ότι «αυτοαναιρούμαι», όπως γράφετε, και ότι είναι «χολώδης» η πένα μου. Θα προσπαθήσω να σας πείσω γι’ αυτό που λέω.
1. Ο ενωμένος ρωσοτουρκικός στόλος δεν ήρθε στα Επτάνησα, για να δημιουργήσει το αυτόνομο κράτος της Επτανήσου Πολιτείας. Κύριος σκοπός ήταν η εκδίωξη των Γάλλων από μια νευραλγική περιοχή της Μεσογείου, τα Επτάνησα, (μια και μιλάμε γι’ αυτά, γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στράφηκαν και στην Ιταλία που βρισκόταν υπό γαλλική κατοχή – άραγε για να δημιουργήσουν και εκεί …. αυτόνομο ιταλικό κράτος;) και να τα εντάξουν στη δική τους σφαίρα επιρροής. Σε αυτό πρέπει να συμφωνήσουμε. Στο κείμενό μου δίνω περιεκτικά τους λόγους της συμμαχίας των δύο – προσέξτε το αυτό – αιώνιων εχθρών. Μπροστά στον κοινό εχθρό, τον Ναπολέοντα που, δεν πρέπει να το ξεχνάμε, εκείνη την περίοδο εκπροσωπούσε τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης του 1789, συμμάχησαν οι δύο απολυταρχικές δυνάμεις, Ρωσία και Οθωμανική Αυτοκρατορία. Άλλωστε, ο Ρώσος ιστορικός Ευγένιος Τάρλε, σε βιβλίο του σχετικό με τη ρωσοτουρκική εκστρατεία στη Μεσόγειο, γράφει συγκεκριμένα: «Οπωσδήποτε η απομάκρυνση των Γάλλων απ’ αυτά τα νησιά [τα Επτάνησα] θα παρείχε ασφάλεια στο Αρχιπέλαγος και τα Στενά. Ο [σουλτάνος] Σελίμ Γ΄ όμως θα προτιμούσε να δει τα Ιόνια νησιά υπό τη δική του εξουσία και όχι υπό την εξουσία των ανέλπιστων, και για την Τουρκία τελείως ασυνήθιστων, φίλων του [εννοείται των Ρώσων]. Το ζήτημα λοιπόν της τύχης των νησιών παρέμενε αδιευκρίνιστο». Νομίζω ότι είναι συγκεκριμένος ο ιστορικός, ο οποίος κατά τα άλλα, διευκρινίζω, εκθειάζει τον Ουσακώφ και κάνει λόγο για «απελευθέρωση» των Επτανήσων.
2. Επομένως, η Επτάνησος Πολιτεία «προέκυψε» - επιτρέψτε μου τον όρο – στην πορεία. Η δημιουργία της είναι γεγονός. Στο κείμενό μου εξηγούσα πολύ συνοπτικά πώς φτάσαμε στην ίδρυσή της. Υπογράμμιζα τη σημασία και την αξία της όχι μόνο για τα ίδια τα νησιά αλλά και για τον υπόδουλο ελληνισμό. (Δείτε εδώ την αντίφαση: ο σουλτάνος συμφωνεί στη δημιουργία ενός κρατικού μορφώματος, η ύπαρξη και λειτουργία του οποίου θα δράσει αρνητικά για τη συνοχή της αυτοκρατορίας του, αφού θα δημιουργήσει ελπίδες, άρα και πρακτικές κινήσεις, στους υπόδουλους Έλληνες. – Έτσι προχωρά η ιστορία: μέσα από αντιφάσεις.). Δεν μπορώ να κατανοήσω γιατί εσείς, όπως γράφετε, «αδυνατείτε να καταλάβετε το γιατί» χαρακτηρίζω την Επτάνησο Πολιτεία σε κάποιο σημείο του κειμένου μου «κρατικό μόρφωμα». Δε σημαίνει ότι την υποβαθμίζω. Κάθε άλλο. Είναι ένας τρόπος έκφρασης είναι κι αυτός. Εξάλλου, σε άλλο σημείο γράφω για «αυτόνομο κράτος» και μάλιστα για «οργανωμένο» κράτος. Άρα, δεν πρόκειται περί … «χολώδους πένας». 
3. Δεν είναι σωστό να απλοποιούμε τα πράγματα. Τι θα πει «είμαι υπέρ των Γάλλων και κατά των Ρωσότουρκων»; Θα προσέξατε ότι γράφω για «γαλλική κατοχή». Δε γράφω πουθενά ότι οι δημοκρατικοί, κατά τα άλλα, Γάλλοι ήρθαν στα Επτάνησα, για να μας «απελευθερώσουν» από τους Βενετούς. Κατέκτησαν τα νησιά, όπως και οι Ρωσότουρκοι. Η διαφορά είναι ότι η κατοχή των Γάλλων ήρθε με βάση τη Συνθήκη του Κάμπο Φόρμιο (1797), αφού οι πρώτοι είχαν καταλύσει το κράτος της Βενετίας, στην οποία μέχρι τότε ανήκαν τα Επτάνησα, ενώ η κατοχή των Ρωσότουρκων ήρθε αμέσως μετά από πολεμικές συγκρούσεις στα νησιά. Όμως και στις δυο περιπτώσεις έχουμε κατοχή. Πρέπει να συμφωνήσουμε σε αυτό.
4. Ωστόσο, ανέφερα στο κείμενό μου ότι η γαλλική κατοχή έφερνε έναν άλλον αέρα στα νησιά και εξηγούσα γιατί. Όσα έγραψα είναι απόλυτα τεκμηριωμένα από την ιστορική έρευνα. Επιπλέον, όμως, έγραφα σε κάποιο σημείο του κειμένου μου για «αρνητικά που έτσι κι αλλιώς υπήρχαν της γαλλικής διοίκησης». Βέβαια, η δομή του κειμένου και το πρόβλημα του χώρου δεν επέτρεπε να επεκταθώ. Πιστεύω να γίνεται αυτό κατανοητό. Ακριβώς εκείνα τα «αρνητικά» αξιοποίησαν οι άρχοντες/ευγενείς και διάφοροι άλλοι για να προσεταιριστούν κυρίως τους αγρότες. Ποια ήταν αυτά; Θα αναφέρω το βασικό, αφού προηγουμένως συμφωνήσουμε ότι η επτανησιακή, όπως και κάθε άλλη, κοινωνία αποτελείτο από κοινωνικές ομάδες που δεν είχαν κατανάγκην τα ίδια συμφέροντα και άρα τις ίδιες επιδιώξεις. (Κάτι τέτοιο δε συμβαίνει και σήμερα για παράδειγμα στη χώρα μας;). Δεν μπόρεσαν οι Γάλλοι να διαχειριστούν συνετά τα οικονομικά προβλήματα, που προέκυψαν. Επέβαλαν, ανάμεσα σε άλλα, η διατροφή του στρατού κατοχής να γίνεται από τα εισοδήματα των νησιών – μέτρο που κυρίως έπληττε τους αγρότες και τους εργαζόμενους των πόλεων.
5. Έτσι άρχισε να αντιστρέφεται το κλίμα και να προκαλούνται αντιγαλλικές ενέργειες από εκείνους δηλαδή που ευνοήθηκαν πολιτικά και ιδεολογικά από τη γαλλική παρουσία στα νησιά. Και από κοντά οι ευγενείς και γενικότερα τα αντιδημοκρατικά στοιχεία των νησιών, που, επειδή είχαν χάσει τα προνόμιά τους, ήταν λογικό να επιδιώκουν την επιστροφή στην πρότερη κατάσταση, αξιοποιώντας το αντιγαλλικό κλίμα. Να γιατί οι Επτανήσιοι πρωτοστάτησαν σε ενέργειες εναντίον των Γάλλων και, σε συνδυασμό με τη σχετική προπαγάνδα, συνέβαλαν στην εκδίωξη των πρώτων και στην υποδοχή των Ρωσότουρκων. Έτσι εξηγείται η συμπεριφορά των Κεφαλονιτών απέναντι στους Γάλλους, με παρόμοιο τρόπο εξηγείται και η συμπεριφορά των Γάλλων στο Μαντράκι της Κέρκυρας. Άρα, όλα εξηγούνται, αρκεί να εντοπίσουμε τα βαθύτερα αίτια και να λαβαίνουμε υπόψη μας την κοινωνική δομή. Επομένως, δε χρειάζεται, νομίζω, να σας απαντήσω στο ερώτημά σας: «όταν ο ντόπιος πληθυσμός έκαιγε το libro d’ oro ήταν συνειδητοποιημένος κατά τον Πετράτο, όταν έδιωχνε τους Γάλλους ήταν υποχείριο;». Ήδη εσείς ο ίδιος θα μπορέσετε να απαντήσετε, καθώς θα έχετε κατανοήσει ό,τι παραπάνω έχω γράψει.
6. Όμως, δεν πρέπει να υποβαθμίζεται ο ιδεολογικός μετασχηματισμός, που είχε αρχίσει με την παρουσία των Γάλλων να πραγματοποιείται στα Επτάνησα, η αφύπνιση των κατώτερων κοινωνικά στρωμάτων, η διάδοση και η ως ένα βαθμό εμπέδωση των ιδεών και των αρχών της Γαλλικής Επανάστασης. Και αυτή η προσφορά θα φανεί στην πρώτη κιόλας περίοδο της Επτανήσου Πολιτείας, όταν τα λαϊκά στρώματα, εκείνοι δηλαδή που έδιωξαν τους Γάλλους και υποδέχτηκαν τους Ρωσότουρκους, διοργάνωναν (εμπνεόμενοι από εκείνες ακριβώς τις ιδέες) αντιπολιτευτικές εκδηλώσεις, προκειμένου να επιβάλουν (το 1803) ένα δημοκρατικότερο σύνταγμα της Επτανήσου Πολιτείας, γιατί το πρώτο (1800), το λεγόμενο «Βυζαντινό», επανέφερε το αριστοκρατικό σύστημα με τα προνόμια των ευγενών. Αλλά κι για να πάμε ακόμη παρακάτω, εκείνες οι νέες, φιλελεύθερες ιδέες και πρακτικές θα μπολιάσουν στα χρόνια της Αγγλοκρατίας το ριζοσπαστικό κίνημα. Κάπως έτσι προχωρούν οι υπόγειες διαδρομές, κάπως έτσι προχωρεί η κοινωνία….
7. Από την άλλη πλευρά, ο λαός, που καλοδέχτηκε τους Ρωσότουρκους, δεν άργησε να διαμαρτυρηθεί για την αριστοκρατική δομή της νέας Πολιτείας και να ζητά να ξαναεφαρμοστούν τα μέτρα των Γάλλων για ισονομία και ισοπολιτεία. Η λαϊκή αντίδραση κατάφερε να επιβάλει κάποιες φιλελεύθερες διατάξεις στο σύνταγμα του 1803, αλλά όχι για πολύ… Πάντως, μέσα από τη ρωσοτουρκική κατάληψη και κατοχή προήλθε κάτι το θετικό, η Επτάνησος Πολιτεία, το πρώτο αυτόνομο κράτος σε ελληνικό έδαφος, παρ’ όλο που το ίδιο ως πολιτειακή φιλοσοφία υπονόμευσε τον εκδημοκρατισμό των Επτανήσων.
Πιστεύω, αγαπητέ μου κύριε, ότι δεν πρέπει να μένουμε στην επιφάνεια των γεγονότων. Πρέπει να βασιζόμαστε σε τεκμήρια, να αξιοποιούμε όλες τις δυνατές ιστορικές πηγές. Οφείλουμε να αναζητάμε τα βαθύτερα αίτια. Μόνο η διαλεκτική των γεγονότων μπορεί να μας δώσει σίγουρες εξηγήσεις για το ιστορικό γίγνεσθαι.

Σας ευχαριστώ που μου δώσατε την ευκαιρία να τα πούμε, έστω και κάτω από αυτές τις συνθήκες. Θα χαιρόμουν να τα λέγαμε κι από κοντά.
Γεια σας
Πέτρος Πετράτος
πηγή:http://vlahatasamis.gr/

Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 2014

Η ΠΛΑΤΕΙΑ ΣΟΛΩΜΟΥ ΜΑΣ ΜΑΡΑΝΕ ΚΑΙ ...ΤΗ ΜΑΡΑΙΝΟΥΜΕ του Διον.Βίτσου

Η Ελλάδα είναι η χώρα που μισεί την ιστορία της.
 'Ενα σπίτι 30 ετών θεωρείται παλιό και δεν το αγοράζουμε. Θέλουμε νεόκτιστα. Ας τολμήσουμε να πούμε κάτι τέτοιο στο Παρίσι, το Λονδίνο ή τη Ρώμη, που τα σπίτια είναι αιώνων! Με άλλα λόγια κατά τη λογική, την αισθητική και την παιδεία του Νεοέλληνα θα πρέπει κάθε 30 χρόνια να γκρεμίζουμε την κάθε πόλη και να την ξαναχτίζουμε.
Με την ίδια λογική οι χαρακτηριστικές πλάκες της Πλατείας Σολωμού στην Ζάκυνθο ξηλώνονται, για να μπουν καινούργιες μαρμάρινες -όλη η πλατεία μια απέραντη ταφόπετρα ή αν προτιμάτε λουτροκαμπινές- και πατάρια και πέργκολες κλπ.
Αν μη τι άλλο αυτές οι πλάκες είναι εκείνες που όλοι μας κάναμε πάνω τους τα πρώτα μας βήματα και μετά τα μαθητικά, τα φοιτητικά, τα ερωτικά και τα επόμενα...
Τι έχουν και τις ξηλώνουμε; 
Ποιος έχει το δικαίωμα να παίρνει και να εφαρμόζει τέτοιες αποφάσεις;
Και τι θα βάλουμε; Αρχοντοχωριάτικες βιοκλιματικές αηδίες που θα αερίζουν μια πλατεία, η οποία στις τρεις από τις τέσσερις πλευρές της είναι ανοικτή στη θάλασσα;
Και περγουλιές; Υπάρχουν πολλές κεντρικές πλατείες στην Ευρώπη με περγουλιές; Εκεί κάνουν ό,τι μπορούν για να φαίνονται μεγαλειώδεις , όχι για να μετατρέπονται από πλατείες σε αυλές!
Σε μια πόλη με χιλιάδες προβλήματα και ασκήμιες, το ωραιότερο κομμάτι της βρήκανε να "αναπλάσουνε"/ξεχαρβαλώσουνε.

Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2014

Η ΛΥΚΑΙΝΑ του Δημ.Σολδάτου


– Ανάθεμά σε, Λύκαινα!
Το γάλα που σε γλύκαινα
ας γίνονταν φαρμάκι
να το ’πινες να γλύτωνα
παρά τέτοιο σαράκι
που μου ’χει φάει την καρδιά!
Κάλλιο να βύζαινα οχιές
στα στήθια μου κι όχι παιδιά!
Μετά από τέτοιες προστυχιές,
δεν θα τολμάω τον γείτονα
ούτε να χαιρετήσω.
Ανάθεμά σε, Λύκαινα!
Γιατί να σε γεννήσω;
– Μάνα, τι φταίω που αμάρτησα;
Μου έριξε στον δρόμο
η τύχη μου κι αγάπησα
τον νιο τον ταχυδρόμο.
Μας είδε ο άντρας μου μαζί
και σκότωσε τον εραστή
την ώρα που ’χε το βυζί
σαν το μωρό στο στόμα του!
Μετά έριξε το πτώμα του
μες στο βαθύ πηγάδι.
Και το νερό, που λάδι
ήταν, αναταράχτηκε
σαν να με καταράστηκε!
Το ύστερό του βλέμμα
απ’ το νερό σκεπάστηκε
κι έπλεε πάνω το αίμα
κόκκινο, φρέσκο και ζεστό…
Μάνα μου, όμορφη πολύ
μ’ έκανες για να κολαστώ!
«Μόνο για ένα σου φιλί,
μία ζωή θα έδινα»
μου είπε ο ταχυδρόμος.
Του ’δωσα δύο, κι έγινα
του κάτω κόσμου ο δρόμος!
Ανάθεμα στην ομορφιά,
που πυρωμένα είχε καρφιά.
Ανάθεμα στα νιάτα,
που αναμμένα κάρβουνα
μου στρώνανε στην στράτα!
Ανάθεμα στα χρόνια μου,
στις γάμπες, στα λαγόνια μου,
στα στήθια μου τ’ αφράτα!
Κάλλιο από χιόνι να ’μουνα
κι από γυαλί να σπάσω!
Και τα μαλλιά μου τα πυκνά
να ήταν μεταξοκλωνά
τα βλέφαρα να ράψω
στα μάτια του τα καστανά!
Μάνα, ο σκύλος αλυχτά,
ο γκιώνης κελαηδεί φριχτά
και σκούζει η κουκουβάγια,
το στριγκλοπούλι τραγουδεί
πένθιμα πάνω στο κλαδί
κι αντιλαλεί στα πλάγια!
Μάνα, θολώσαν οι πηγές
και πάγωσε το ρέμα…
Τον είδα στ’ όνειρό μου εψές
και μου ’πε: «Αν διψάσεις, πιες
απ’ το δικό μου αίμα!».
Μ’ αγγίζει ο άντρας μου ξανά
και το καντήλι τρέμει
σαν μια ψυχούλα που πονά!
Έξω θρηνούν οι ανέμοι
με την φωνή του στα βουνά:
«Η αγάπη φεύγει και περνά…
Η αγάπη φεύγει και περνά…»
Μάνα μου, θα γεράσω
μα δεν θα τον ξεχάσω…
Η ιστορία ξεχάστηκε…
Σκεπάστηκε το πράμα.
Το λίγο εδώ που γράφτηκε,
μοιάζει σαν να διαβάστηκε
κρυφά ανοιγμένο γράμμα!
Δ. Ε. Σολδάτος
«Καφέ Ρετρό» (επανέκδοση συμπληρωμένη)
Βιβλιοπωλείον Τσιρίμπαση, 2014