Κυριακή 29 Αυγούστου 2021

ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΣΠΙΤΙ ΣΤΟ ΛΙΒΑΔΙ ΤΟΥ ΡΟΠΑ του Σταμάτη Κυριάκη*




Χτές το βράδυ περπατώντας στα Κουρτελάτσα συνάντησα έναν πλανόδιο μικροπωλητή παυλόσουκων.
Ήρθε η εποχή τους.
Αλλού τα λένε «Φραγκόσυκα» και δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλή φρούτα .
Στην Κέρκυρα και στην Βόρεια Ιταλία είναι τόσο αγαπητά που τα λέμε χαϊδευτικά «φρεσκαμέντο» και τα πουλάνε στους δρόμους έναντι ενός ευρώ το κομμάτι (καθαρισμένα).
Για πολλούς αποτελεί μυστήριο η μεγάλη αγάπη των Κερκυραίων για τα παυλόσουκα.
Η αλήθεια είναι ότι όταν οι Ενετοί επιδότησαν την δενδροφύτευση της Κέρκυρας με ελαιόδεντρα είχαν θέσει ως όρο να φυτευτούν επίσης στα όρια του κάθε κτήματος και παυλοσουκιές.
Οι παυλοσουκιές χρησίμευαν ως αντιπυρική ζώνη πρωτίστως και δευτερεύοντος ως αγκαθωτός φράχτης με νόστιμα και ζουμερά φρούτα.
Το δε λάδι πρωτίστως χρησίμευε για την παραγωγή σαπουνιού (το μόνο απορρυπαντικό της εποχής εκείνης) , για τον φωτισμό των πόλεων και τέλος ως τροφή με μεγάλη θρεπτική αξία.
Σοφοί οι πρόγονοι μας αλλά θα μου πείτε, τι σχέση έχουν όλα αυτά με το μικρό σπίτι στο λιβάδι του Ρόπα.
Έλα ντέ!
Ο πλανόδιος μικροπωλητής παυλόσουκων στα Κουρτελάτσα μου έφερε στο μυαλό τον Φτύμιο και το μικρό σπίτι στο λιβάδι του Ρόπα.
Καταρχήν ο «Φτύμιος» είναι ο «Θύμιος» άλλων τουριστικών προορισμών η ο «Ευθύμιος» της νεοελληνικής λογοτεχνίας.
Λέμε «Φτύμιος» κατά τον ίδιο τρόπο που κακοποιούμε διάφορες λέξεις τόσο της Αγγλικής όσο και της Ελληνικής γλώσσας.
Τις μικρότερης έκτασης κακοποιήσεις τις κάνουμε στις (χιλιάδες) Ενετικής προέλευσης λέξεις.
Λέμε για παράδειγμα «πάρκι» , «μπλέ ελεκτρί», «σούπεμάρκε», «Μισοκομείο», «Αστενομία», «Θηριοειδής» .
Εν ολίγοις κόβουμε το άβολο τελικό σύμφωνο της Αγγλικής και παραμορφώνουμε τις δύσκολες ελληνικές λέξεις.
Η πιο άγρια κακοποίηση της Αγγλικής νομίζω γίνεται στην λέξη «Πιτσιρουρί».
Η λέξη αυτή υποδηλώνει ευστοχία. Πώς λέμε.. «τον πέτυχε στο δόξα πατρί.».
Στην Κερκυραϊκή , λοιπόν, θα πούμε «τον επίτυχε μες στο πιτσιρουρί».
Η λέξη προήλθε από ένα επιφώνημα των Άγγλων αλλά και των Κερκυραίων παικτών του Κρίκετ στην κάτω πλατεία κατά την διάρκεια του αγώνα που υποδήλωνε ευστοχία «pitch in the ring».
Ενιγουέϊ.
Ξεφύγαμε πάλι.
Ο Φτύμιος, λοιπόν, είναι γόνος μια πάμφτωχης πολυμελούς Κερκυραϊκής οικογένειας και έχει στην ιδιοκτησία του ένα μικρό σπίτι στο λιβάδι του Ρόπα.
Το «λιβάδι του Ρόπα» πήρε το όνομα του (μάλλον) από έναν άγριο θάμνο που υπάρχει άφθονος στην περιοχή και που στην αρχαία ελληνική γλώσσα λεγόταν «Ρώπαξ».
Το μυαλό του ανυποψίαστου μέσου Έλληνα αναγνώστη θα πάει σε κάποιο απέραντο κάμπο.
Το Λιβάδι του ρόπα ήταν ένα μικρό έλος που (ματαίως) αποξηράνθηκε από τους Άγγλους και μετατράπηκε σε μία μικρή επίπεδη μακρόστενη ακαλλιέργητη έκταση .
Η γενική λογική του μέσου Κερκυραίου είναι να δίνουμε μεγάλες διαστάσεις σε μικρά πράματα.
Ο «Γυάλινος πύργος» , για παράδειγμα , είναι μια πολυκατοικία τριών ορόφων και ενός ημιώροφου.
Η ψηλότερη κορφή του «Όρους» είναι εννιακόσια ογδόντα μέτρα (μαζί με την κεραία της ΕΡΤ).
Η «Εθνική Λευκίμμης» και η «Εθνική Παλαιοκαστρίτσας» είναι δύο καρόδρομοι που μπροστά τους η επαρχιακή οδός Φλώρινας –Πρεσπών είναι Ελβετία.
Ενώ το «διεθνές αεροδρόμιο του Καποδίστρια» έχει γίνει ο εφιάλτης των πιλότων ανά τον κόσμο.
Στην προσγείωση ο πιλότος θα πρέπει να περάσει ξυστά από το καμπαναριό της Βλαχέραινας για να σταματήσει λίγο πριν από το πάρκι του Λίντλ.
Πάλι ξεστράτισα.
Ο Φτύμιος , λοιπόν, μετά από συνεχείς επεκτάσεις μετέτρεψε το καλύβι που κλερονόμησε από τον πατέρα του σε «βίλλα» και έτσι έγινε ο πρώτος πιτόρος της Κέρκυρας με βίλλα στο λιβάδι του Ρόπα δίπλα από τον καταυλισμό των Ρομά.
Είχε δε και την άποψη ότι οι Ρομά θα πρέπει να μετεγκατασταθούν εί δυνατόν «εις το Κράτσαλο» μακριά από τα μάτια του πολιτισμένου κόσμου.
Ο δεύτερος καημός του ήταν να κόψει τσι τριτοκοσμικές παυλοσουκιές από τα όρια του κτήματός του και να φτιάξει έναν πέτρινο φράχτη με κολονάκια όπου στην κορυφή θα αναπαύονται γύψινα λιοντάρια για να προστατεύουν την περιουσία του Κόντε πιτόρου.
Μιας και τόφερε η κουβέντα , «Πιτόρος» είναι ο ζωγράφος στην Ενετική διάλεκτο αλλά εμείς το χρησιμοποιούμε και για τους ελαιοχρωματιστές ,λίγο ως ειρωνεία και λίγο ως καταξίωση.
Τις προάλλες τον συνάντησα στην Ανουντσιάτα. Φορούσε τα ρούχα της δουλειάς και ερχόταν από ένα σπίτι που έχει αναλάβει να βάψει.
Επηρεασμένος από τις πυρκαγιές ανά την Ελλάδα με κοίταξε με ανήσυχο μάτι.
«Θυμάσαι πρόπερσι που έπιασε η μεγάλη πυρκαγιά στο λιβάδι του Ρόπα;»
Η «Μεγάλη πυρκαγιά» ήταν τέσσερα στρέμματα καλαμιώνας, χόρτα και μερικά πουρνάρια .
«Σταμάτησε μπροστά στο σπίτι μου. Έβαλε το χέρι του ο Άγιος Σπυρίδωνας και δεν εκαήκαμε ζωντανοί».
Το κοιτάω στα μάτια με τρυφερότητα και του χαϊδεύω αργά την σκονισμένη του φαλάκρα.
«Ο Άγιος Σπυρίδωνας , Φτύμιο μου , ασχολείται με πανούκλες, χολέρες , λέπρες καθώς και με γεωστρατηγικά ζητήματα όπως το Ασέδιο των Κορυφών. Το σπίτι σου σώθηκε εξαιτίας της οικονομικής κρίσης.»
Με κοιτάει με απορία.
«Αν πηγαίνανε καλά οι δουλειές σου , αγόρι μου, θα έκοβες τσι παυλοσουκιές και η στιά θα έμπαινε στο σπίτι.

*Κορφιάτης ακτιβιστής

Παρασκευή 20 Αυγούστου 2021

ΟΙ ΖΑΚΥΝΘΙΝΟΙ ΚΑΙ Η ΚΑΜΗΛΑ

 


Τις πρώτες ηµέρες του Ιουλίου του 1822 ο ∆ράµαλης πασάς µε την πολυπληθή στρατιά του εισέβαλε στο Μοριά. Για τις µεταφορές του άφθονου πολεµικού υλικού και των ζωοτροφών υπήρχαν τριάντα χιλιάδες µουλάρια και πεντακόσιες καµήλες, «άγνωστα» ζωντανά στους αταξίδευτους ρωµιούς. Τα συµπαθή µεγαλόσωµα θηλαστικά της ερήµου βρέθηκαν πολλές φορές ανυπεράσπιστα στο πεδίο της µάχης.

 Στις 28 Ιουλίου στο στενό του Αγιονορίου ο Νικηταράς εκτός από τους Τούρκους έβαλε στο σηµάδι και µια «άτυχη» καµήλα. Ο πολέµαρχος πυροβόλησε την καµήλα αντιλαµβανόµενος ότι ήταν φορτωµένη µε πυρίτιδα. Ο εκκωφαντικός θόρυβος της έκρηξης προκάλεσε πανικό στους Τούρκους. Άνθρωποι και ζώα έτρεχαν για να σωθούν, να βγουν το ταχύτερο από τη χαράδρα του θανάτου. Λάφυρα παντός είδους έπεσαν στα χέρια των Ελλήνων στο τέλος της µάχης. Ύστερα κι απ’ αυτό, η «φοβερή» στρατιά του ∆ράµαλη είχε νικηθεί στα στενά των ∆ερβενακίων.

 Ένα τεράστιο καραβάνι αποτελούµενο από 1236 υποζύγια (1200 µουλάρια και 36 καµήλες), οκτακόσια αραβικά άλογα και διακόσιους Τούρκους αιχµαλώτους πήρε το δρόµο για την Τριπολιτσά. Από εκεί οι επαναστάτες για να κάνουν γνωστή την «νίλα του ∆ράµαλη» στους άλλους Έλληνες έστειλαν λάφυρα παντού.

 Έστειλαν και στη Ζάκυνθο από το Μοριά χάρισµα µια καµήλα, λάφυρο από την καταστροφή του ∆ράµαλη. Μαζεύτηκε ο κόσµος στο λιµάνι για να δει τι ζωντανό ήταν εκείνο. Τέτοια θέαση δεν πρέπει να έτυχε άλλη καµήλα σε ολάκερη την πλάση. 

Ρώτησαν τότε οι Ζακυνθινοί έναν πολύξερο, µορφωµένο συµπατριώτη τους να τους πει τι ζώο είναι. Αυτός, αφού λίγο σκέφτηκε, είπε µε βεβαιότητα: «Είναι χίλιω χρονώνε λαγός»!

 * Ο Κυριάκος Σκιαθάς είναι εκπαιδευτικός αναλυτής - συγγραφέας

Δημοσιεύτηκε στην πατρινή εφημερίδα «Πελοπόννησος» 20/8/2021