Έχω καιρό να δώ τον κύριο Αντρέα.
Μου είπαν ότι «είναι καλά» αλλά δεν μπορεί να βγαίνει πλέον από το σπίτι.
Τον έχει αναλάβει μια γυναίκα να τον φροντίζει.
Λέω να γράψω λίγα λόγια για την απίστευτη ιστορία της ζωής του.
Μου τα αφηγήθηκε μια μέρα σε ένα πεζούλι της πλατείας .
Έμεινα με ανοιχτό το στόμα.
Είναι κρίμα να μείνει για πάντα άγνωστη.
Στην κατοχή , λοιπόν, ο μικρός Αντρέας συμμετέχει σε συμμορία αδίστακτων πιτσιρικάδων που έκλεβαν (άκουσον άκουσον ) τηλεφωνικά καλώδια των Γερμανών.
Τα καλώδια ήταν απλωμένα πρόχειρα πάνω από τις στέγες .
Ο ένας έκοβε την μια άκρη και ο άλλος τύλιγε το καρούλι από την άλλη.
Τα μετέφεραν σε ένα υπόγειο στο Καμπιέλο που είχαν μετατρέψει σε βιοτεχνία.
Τα καλώδια τότε είχαν ένα πάνινο περίβλημα και ένα εσωτερικό χάλκινο καλώδιο.
Τα έκοβαν σε μήκος σαράντα πόντους .
Τράβαγαν το χάλκινο καλώδιο από μέσα και το πέταγαν .
Έβαζαν στις άκρες του πάνινου περιβλήματος ένα τσίγκινο λαμαρινάκι με πένσα .
Τα έδεναν σε ζευγάρια και τα πουλούσαν για κορδόνια παπουτσιών.
Είχε βομβαρδιστεί τότε το μοναδικό εργοστάσιο κορδονιών στον Πειραιά και είχε μείνει όλη η Ελλάδα (εκτός των άλλων) χωρίς κορδόνια.
Η «Επιχείρηση» πήγαινε καλά μέχρι που οι Γερμανοί είδαν τους Κερκυραίους με κορδόνια πολυτελείας και ακολουθώντας τα ίχνη συνέλαβαν τους «επιχειρηματίες».
Τους πήγαν στα Γιάννενα για ανάκριση και εκτέλεση αλλά εκεί μεσολαβεί η γκόμενα του διοικητή των Ες Ες που ήταν Κερκυραία και την γλυτώνουν. Από τότε είχαμε πιάσει τα πόστα .
Τόνε σακατεύουν στο ξύλο οι Γερμανοί και τόνε στέλνουν πίσω.
Με το που τελειώνει ο πόλεμος ο Αντρέας είναι κυνηγημένος από του ντόπιους ως σεσημασμένο κλεφτρόνι και πάει να βρει την τύχη του ..στην Αλβανία.
Περνάει με την συμμορία απέναντι με μια βάρκα και δηλώνει θαυμαστής του σοσιαλισμού και του Εμβέρ Χότζα προσωπικώς.
Τόνε ξανασακατεύουν στο ξύλο οι Αλβανοί τώρα.
Τόνε χαρακτηρίζουν ύποπτο για κατασκοπεία και τόνε βάζουνε στα κάτεργα να κουβαλάει πέτρες για να φτιαχτούν τα πολυβολεία που δεσπόζουν στους βράχους απέναντι από το Καπαρέλι ώστε να αποκρουστούν οι επιθέσεις του ιμπεριαλισμού.
Είδε και αποείδε ο μικρός Ανδρέας από τα καλά του σοσιαλισμού και αποφασίζει να δραπετεύσει.
Τόνε πιάνουν οι Αλβανοί σοσιαλιστές κατά την διάρκεια της απόδρασης .
Τόνε ξανασακατεύουν στο ξύλο.
Τον ανταλλάσσουν με αιχμαλώτους Αλβανούς που είχαν οι «δικοί μας» .
Με το που περνάει το πορτόνι στην Κακαβιά, πριν πάρει την πρώτη ανάσα από τον αέρα της ελευθερίας , τόνε πιάνουν οι «δικοί μας».
Τόνε σακατεύουν στο ξύλο οι « Έλληνες πατριώτες» τώρα .
Πιστεύουν ότι είναι κομμουνιστής που τον έστειλαν οι Αλβανοί για κατάσκοπο.
Από τότε ο Αντρέας σε κάθε απότομη καμπή της σύγχρονης ιστορίας του τόπου μας τρώει ξύλο .
«Έφαγα πολύ ξύλο για τα κορδόνια , Σταμάτη» μου λέει με παράπονο.
Κοιτάω σκεφτικός τα παπούτσια του .
Φοράει κάτι παλιομοδίτικα παντοφλέ … με λάστιχο.
Τώρα είναι αιχμάλωτος μιας Βουλγάρας .
Ελπίζω να μη τόνε δέρνει.
Αν την σκαπουλάρει και αυτή τη φορά θα τον ξαναδούμε στην πλατεία.
Μου είπαν ότι «είναι καλά» αλλά δεν μπορεί να βγαίνει πλέον από το σπίτι.
Τον έχει αναλάβει μια γυναίκα να τον φροντίζει.
Λέω να γράψω λίγα λόγια για την απίστευτη ιστορία της ζωής του.
Μου τα αφηγήθηκε μια μέρα σε ένα πεζούλι της πλατείας .
Έμεινα με ανοιχτό το στόμα.
Είναι κρίμα να μείνει για πάντα άγνωστη.
Στην κατοχή , λοιπόν, ο μικρός Αντρέας συμμετέχει σε συμμορία αδίστακτων πιτσιρικάδων που έκλεβαν (άκουσον άκουσον ) τηλεφωνικά καλώδια των Γερμανών.
Τα καλώδια ήταν απλωμένα πρόχειρα πάνω από τις στέγες .
Ο ένας έκοβε την μια άκρη και ο άλλος τύλιγε το καρούλι από την άλλη.
Τα μετέφεραν σε ένα υπόγειο στο Καμπιέλο που είχαν μετατρέψει σε βιοτεχνία.
Τα καλώδια τότε είχαν ένα πάνινο περίβλημα και ένα εσωτερικό χάλκινο καλώδιο.
Τα έκοβαν σε μήκος σαράντα πόντους .
Τράβαγαν το χάλκινο καλώδιο από μέσα και το πέταγαν .
Έβαζαν στις άκρες του πάνινου περιβλήματος ένα τσίγκινο λαμαρινάκι με πένσα .
Τα έδεναν σε ζευγάρια και τα πουλούσαν για κορδόνια παπουτσιών.
Είχε βομβαρδιστεί τότε το μοναδικό εργοστάσιο κορδονιών στον Πειραιά και είχε μείνει όλη η Ελλάδα (εκτός των άλλων) χωρίς κορδόνια.
Η «Επιχείρηση» πήγαινε καλά μέχρι που οι Γερμανοί είδαν τους Κερκυραίους με κορδόνια πολυτελείας και ακολουθώντας τα ίχνη συνέλαβαν τους «επιχειρηματίες».
Τους πήγαν στα Γιάννενα για ανάκριση και εκτέλεση αλλά εκεί μεσολαβεί η γκόμενα του διοικητή των Ες Ες που ήταν Κερκυραία και την γλυτώνουν. Από τότε είχαμε πιάσει τα πόστα .
Τόνε σακατεύουν στο ξύλο οι Γερμανοί και τόνε στέλνουν πίσω.
Με το που τελειώνει ο πόλεμος ο Αντρέας είναι κυνηγημένος από του ντόπιους ως σεσημασμένο κλεφτρόνι και πάει να βρει την τύχη του ..στην Αλβανία.
Περνάει με την συμμορία απέναντι με μια βάρκα και δηλώνει θαυμαστής του σοσιαλισμού και του Εμβέρ Χότζα προσωπικώς.
Τόνε ξανασακατεύουν στο ξύλο οι Αλβανοί τώρα.
Τόνε χαρακτηρίζουν ύποπτο για κατασκοπεία και τόνε βάζουνε στα κάτεργα να κουβαλάει πέτρες για να φτιαχτούν τα πολυβολεία που δεσπόζουν στους βράχους απέναντι από το Καπαρέλι ώστε να αποκρουστούν οι επιθέσεις του ιμπεριαλισμού.
Είδε και αποείδε ο μικρός Ανδρέας από τα καλά του σοσιαλισμού και αποφασίζει να δραπετεύσει.
Τόνε πιάνουν οι Αλβανοί σοσιαλιστές κατά την διάρκεια της απόδρασης .
Τόνε ξανασακατεύουν στο ξύλο.
Τον ανταλλάσσουν με αιχμαλώτους Αλβανούς που είχαν οι «δικοί μας» .
Με το που περνάει το πορτόνι στην Κακαβιά, πριν πάρει την πρώτη ανάσα από τον αέρα της ελευθερίας , τόνε πιάνουν οι «δικοί μας».
Τόνε σακατεύουν στο ξύλο οι « Έλληνες πατριώτες» τώρα .
Πιστεύουν ότι είναι κομμουνιστής που τον έστειλαν οι Αλβανοί για κατάσκοπο.
Από τότε ο Αντρέας σε κάθε απότομη καμπή της σύγχρονης ιστορίας του τόπου μας τρώει ξύλο .
«Έφαγα πολύ ξύλο για τα κορδόνια , Σταμάτη» μου λέει με παράπονο.
Κοιτάω σκεφτικός τα παπούτσια του .
Φοράει κάτι παλιομοδίτικα παντοφλέ … με λάστιχο.
Τώρα είναι αιχμάλωτος μιας Βουλγάρας .
Αν την σκαπουλάρει και αυτή τη φορά θα τον ξαναδούμε στην πλατεία.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου