Πλήθος θρύλων και παραδόσεων για φοβερούς δράκοντες που έτρωγαν ανθρώπους και ζώα συνδέονται με το Μεγάλο Βουνό.
Στο δάσος του Άγιου Νικόλα, στο Ανεμοδούρι, στη ρίζα του βουνού Έλατου, ήταν ένας φοβερός δράκοντας, πώτρωγε ανθρώπους και ζώα! Ήταν χοντρός σα δυο βόδια και μακρύς πολλές πήχες. Είχε και δυο φτερούγες! Εξ αιτίας αυτού κανένας δεν τολμούσε να πάει στην εκκλησιά του Άγιου Νικόλα! Μόνο ευρέθη ένας, που ήταν πολύ παλικάρι, και πήγε και πάλεψε με το δράκοντα και τον εσκότωσε! Και το σώμα του [του δράκοντα] το έφεραν και το έκαψαν μπροστά στην εκκλησιά του Άγιου Νικόλα. Σ’ εκείνον που το σκότωσε η Κυβέρνηση του χάρισε όλο το δάσος δυτικά του Έλατου και το έχει ως τώρα η φαμίλια του.
Η περιοχή Φαγιά, σύμφωνα με την παράδοση, πήρε το όνομά της από ένα θηρίο, θηρίο άγριο και μοναδικό, όπως το αποκαλούσαν οι ντόπιοι. Το θηρίο αυτό κατασπάραζε όλα τα ζώα που πήγαιναν εκεί. Ίσως έτρωγε και ανθρώπους. Έμοιαζε με τεράστιο φίδι και είχε γίνει ο φόβος και ο τρόμος των κατοίκων της περιοχής. Δύο γενναία αδέλφια, οι Λουκίσσα από το Κάστρο αποφάσισαν να το σκοτώσουν.
Πήραν την ευλογία και τις ευχές του ιερέα και του λαού και ξεκίνησαν. Ο ένας αδελφός φόρεσε ένα δέρμα από ζώο και πάνω κάρφωσε ξυράφια και άλλα αιχμηρά αντικείμενα. Στο χέρι του κρατούσε ένα σπαθί. Ο άλλος πήρε μαζί του ένα τσεκούρι. Το φοβερό θεριό κατάπιε τον πρώτο αδελφό Λουκίσσα.
Τα ξυράφια όμως και το σπαθί που κρατούσε, του τρύπησαν την κοιλιά. Ο άλλος άρχισε να χτυπάει δυνατά το θεριό με το τσεκούρι στο κεφάλι και κατάφερε να το σκοτώσει. Όταν το έμαθαν οι κάτοικοι έτρεξαν και τον βοήθησαν και έβγαλαν πεθαμένο βέβαια, από την κοιλιά του θεριού τον αδελφό του. Η περιουσία ανατολικά του Αγίου Νικολάου μέχρι τα Σιμωτάτα και δυτικά του αγίου Νικολάου μέχρι το Φαγιά δόθηκε σαν δώρο για τη γενναιότητά του και το καλό που έκαμε στο Λουκίσσα.
Τα χρόνια εκείνα οι φτωχοί αγρότες πήγαιναν στο Μεγάλο Βουνό και έκοβαν έλατα μικρά και μεγάλα. Τα έκαναν τάβλες και άλλα ξύλινα εργαλεία, χρήσιμα στην καθημερινή ζωή, ακόμα και σκάλες για να μαζεύουν τις ελιές. Μια μέρα ένας με το όνομα Ροκάνης, καθώς πελεκούσε τα ξύλα των ελάτων άκουσε δυνατά σφυρίγματα. Στάθηκε και τι να δει! Ένα φίδι θεριό, ερχόταν καταπάνω του. Δεν έχασε καιρό του δίνει μια δυνατή τσεκουριά και το σκοτώνει.
Το Μοναστήρι στα Σίσια είχε κοπάδια από γίδια, που βοσκούσαν στις πλαγιές του Αίνου. Κάθε δυο-τρεις μέρες χανόταν κι από ένα γίδι. Ο μισθωτός τσοπάνης ανέβηκε μια μέρα σ’ ένα έλατο, να δει τι συμβαίνει. Ξαφνικά βλέπει ένα τεράστιο φίδι να καταπίνει ένα γίδι. Τρέχει και το λέει στους ιερομόναχους και στους καλόγερους του μοναστηριού, που αμέσως, μόλις το έμαθαν, άρχισαν τις παρακλήσεις στην Παναγία ζητώντας της να σταματήσει το κακ
Την άλλη μέρα δυο μεγάλοι αετοί πέρασαν πάνω από το Μοναστήρι και συνέχισαν το δρόμο τους προς το Μεγάλο Βουνό. Την ώρα που το θεριό κατασπάραζε το γίδι, όρμησαν οι αετοί και το σκότωσαν. Πέταξαν γρήγορα-γρήγορα και πήγαν στις πηγές του Μοναστηριού, για να πλύνουν το ράμφος τους από το δηλητήριο του φιδιού. Ο ένας αετός κατάφερε και έπλυνε το ράμφος του. Ο άλλος όμως δεν πρόλαβε.
Έπειτα από λίγες μέρες οι καλόγεροι τον βρήκαν πεσμένο ψόφιο μπροστά στην εκκλησιά της Παναγίας των Σισίων.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου