Η οικογένεια Δομενεγίνη είναι μία από τις επιφανέστερες της αλλοτινής Ζακύνθου από την Ενετοκρατία έως τις αρχές του 20ού αιώνα η οποία έλκει την καταγωγή της από την πόλη των Δόγηδων, κατά οικογενειακή παράδοση από το δούκα Δομένικο Σύλβιο, ο οποίος το 1069, μετά από πρόσκληση του αυτοκράτορα του Βυζαντίου, συνέτριψε τους Νορμανδούς που πολιορκούσαν το Δυρράχιο.
Μέλη της οικογένειας διακρίθηκαν, το 16ο και 17ο αιώνα, σε διάφορες μάχες εναντίον των Τούρκων στην Κρήτη, ενώ ήταν γνωστή η αγάπη τους για την ελευθερία.
Γενάρχης του κλάδου της Ζακύνθου ήταν ο Βαλεντίνος Δομενεγίνης, ο οποίος κατέφυγε στο νησί, μετά την πολιορκία και την κατάληψη της πόλης των Χανίων από τους Τούρκους, το 1669.
Η οικογένεια γράφτηκε στο libro d’oro το 1741, αντί της εκλιπούσης Κοντονή, και αμείφθηκε με πολλά προνόμια.
Η έπαυλη της οικογένειας Δομενεγίνη χτίστηκε το στα μέσα περίπου του 16ου αιώνα, δίπλα στη θάλασσα, στο Αργάσι, λίγο πριν από το πόρτο Νταβία, και είχε τη μορφή πύργου με πολεμίστρες, για την άμυνα των αρχόντων και των αγροτών από τις επιθέσεις των πειρατών.
Μέλη της οικογένειας διακρίθηκαν, το 16ο και 17ο αιώνα, σε διάφορες μάχες εναντίον των Τούρκων στην Κρήτη, ενώ ήταν γνωστή η αγάπη τους για την ελευθερία.
Γενάρχης του κλάδου της Ζακύνθου ήταν ο Βαλεντίνος Δομενεγίνης, ο οποίος κατέφυγε στο νησί, μετά την πολιορκία και την κατάληψη της πόλης των Χανίων από τους Τούρκους, το 1669.
Η οικογένεια γράφτηκε στο libro d’oro το 1741, αντί της εκλιπούσης Κοντονή, και αμείφθηκε με πολλά προνόμια.
Η έπαυλη της οικογένειας Δομενεγίνη χτίστηκε το στα μέσα περίπου του 16ου αιώνα, δίπλα στη θάλασσα, στο Αργάσι, λίγο πριν από το πόρτο Νταβία, και είχε τη μορφή πύργου με πολεμίστρες, για την άμυνα των αρχόντων και των αγροτών από τις επιθέσεις των πειρατών.
Η ιστορία του πύργου Δομενεγίνη
Η αρχική έπαυλη Δομενεγίνη, επί Ενετών, μεταμορφώθηκε σε ένα αρχοντικό αμύθητου πλούτου, έργων τέχνης και πολυτελών επίπλων, ενώ έχουν αφήσει εποχή οι πολιτικές και κοινωνικές συγκεντρώσεις της άρχουσας τάξης του νησιού, που γίνονταν εδώ.
Επί Αγγλοκρατίας, δίνονταν στα πλούσια σαλόνια του αρχοντικού οι δεξιώσεις και οι βεγγέρες της κοσμικής κοινωνικής ζωής των ευγενών.
Η οικογένεια Δομενεγίνη φιλοξενούσε στην έπαυλή της, επί αιώνες, άρχοντες που έμεναν γοητευμένοι από την απαράμιλλη ομορφιά του περιβάλλοντος χώρου της βίλλας, η οποία απείχε μόλις λίγα βήματα από τη θάλασσα.
Το αρχοντικό άλλαξε πολλές φορές αρχιτεκτονική μορφή, λόγω των συνεχών σεισμών, αλλά η οικογένεια το οικοδομούσε ξανά, όχι επειδή βρισκόταν σε ένα ειδυλλιακό τοπίο, αλλά γιατί ο πύργος αυτός αποτελούσε το «νεύρο» και τη φήμη τής κοινωνικοπολιτικής της δύναμης.
Εδώ βρήκε προστασία και άσυλο ο Ούγος Φώσκολος, στην παιδική του ηλικία, μετά από το την προσπάθειά του να σπάσει την πόρτα του Γέτου, την άνοιξη του 1785.
Εδώ φιλοξενήθηκε πολλές φορές ο Διονύσιος Σολωμός και λέγεται ότι εδώ αυτοσχεδίασε το γνωστό τετράστιχό του:
Η αρχική έπαυλη Δομενεγίνη, επί Ενετών, μεταμορφώθηκε σε ένα αρχοντικό αμύθητου πλούτου, έργων τέχνης και πολυτελών επίπλων, ενώ έχουν αφήσει εποχή οι πολιτικές και κοινωνικές συγκεντρώσεις της άρχουσας τάξης του νησιού, που γίνονταν εδώ.
Επί Αγγλοκρατίας, δίνονταν στα πλούσια σαλόνια του αρχοντικού οι δεξιώσεις και οι βεγγέρες της κοσμικής κοινωνικής ζωής των ευγενών.
Η οικογένεια Δομενεγίνη φιλοξενούσε στην έπαυλή της, επί αιώνες, άρχοντες που έμεναν γοητευμένοι από την απαράμιλλη ομορφιά του περιβάλλοντος χώρου της βίλλας, η οποία απείχε μόλις λίγα βήματα από τη θάλασσα.
Το αρχοντικό άλλαξε πολλές φορές αρχιτεκτονική μορφή, λόγω των συνεχών σεισμών, αλλά η οικογένεια το οικοδομούσε ξανά, όχι επειδή βρισκόταν σε ένα ειδυλλιακό τοπίο, αλλά γιατί ο πύργος αυτός αποτελούσε το «νεύρο» και τη φήμη τής κοινωνικοπολιτικής της δύναμης.
Εδώ βρήκε προστασία και άσυλο ο Ούγος Φώσκολος, στην παιδική του ηλικία, μετά από το την προσπάθειά του να σπάσει την πόρτα του Γέτου, την άνοιξη του 1785.
Εδώ φιλοξενήθηκε πολλές φορές ο Διονύσιος Σολωμός και λέγεται ότι εδώ αυτοσχεδίασε το γνωστό τετράστιχό του:
Δεν ακούεται ούτ’ ένα κύμα
Εις την έρημη ακρογιαλιά
Λες και η θάλασσα κοιμάται
Μες στης γης την αγκαλιά.
Εις την έρημη ακρογιαλιά
Λες και η θάλασσα κοιμάται
Μες στης γης την αγκαλιά.
Ξαφνικά, όμως κάτι συνέβη και ο πύργος βυθίστηκε στη σιωπή, ανεπάντεχα και ανεξήγητα. Τι ήταν αυτό που σταμάτησε τον τροχό της μακραίωνης αρχοντικής ζωής του πύργου; Η Επανάσταση του 1821 και η αταλάντευτη αγωνιστικότητα της οικογένειας Δομενεγίνη, που θυσιάστηκε, κυριολεκτικά, σε κάθε κρίσιμη και ιστορική στιγμή, στο βωμό της ανεξαρτησίας του ελληνικού έθνους, όπως ο Ναθαναήλ Δομενεγίνης, ο όποιος συμμετείχε στην επανάσταση των Ηπειρωτών, αιχμαλωτίστηκε στο Πέττα και βρήκε μαρτυρικό θάνατο από τους Τούρκους.
Μετά τους σεισμούς του 1820, η οικογένεια δεν επισκεύασε τις ζημιές του πύργου. Ήταν η πρώτη φορά, ύστερα από πολλά χρόνια, που δεν ασχολήθηκε με τον πύργο, ενώ, τον επόμενο χρόνο, μετέφερε στα αρχοντικά της στην πόλη ό,τι υπήρχε στον πύργο, προφασιζόμενη εποχικές οικονομικές δυσκολίες για την επιδιόρθωση των ζημιών.
Η αιτία, όμως, είναι αλλού: Η τοπική Εφορεία της Φιλικής Εταιρείας έκρινε ότι ο πύργος έπρεπε να ερημωθεί και να αφεθεί εγκαταλελειμμένος, ώστε να χρησιμεύσει σαν μυστικός τόπος συνεδριάσεων συνεδριάσεων, συγκέντρωσης πολεμοφοδίων και τροφίμων, καθώς και ζακυνθινών εθελοντών αγωνιστών που μεταφέρονταν, με απόλυτη μυστικότητα, στην επαναστατημένη Πελοπόννησο, δεδομένου ότι η Αγγλική Προστασία δεν επιθυμούσε εμπλοκή των Επτανησίων στον ελληνικό αγώνα.
Η οικογένεια Δομενεγίνη αποδέχτηκε το σχέδιο των Φιλικών και αφιερώθηκε στην ενίσχυση της Επανάστασης με κάθε τρόπο.
Όμως, οι αγωνιστές, επιθυμώντας να απομακρύνουν από τον πύργο κάθε περίεργο περαστικό, δημιούργησαν, έντεχνα και πανέξυπνα, το μύθο του στοιχειωμένου έρημου πύργου. Μάζευαν καλάθια με πέτρες και τις πετούσαν στους περαστικούς, οι οποίοι εξαφανίζονταν τρέχοντας, τρομοκρατημένοι από τα «πονηρά πνεύματα».
Με αυτό τον τρόπο, ο «διαολόπυργος», με τα φαντάσματά του, προστάτευε, αποτελεσματικά, κρίσιμες εθνικές συνεδριάσεις και αποστολές.
Από τον πύργο του Δομενεγίνη έφυγε, στις 16 Ιανουαρίου 1821, με καΐκι, για τη Μάνη ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, προκειμένου να ξεκινήσει τον αγώνα για την ελευθερία της Ελλάδας.
Ο πύργος στεκόταν ερειπωμένος σχεδόν ενάμισι αιώνα, με μοναδική συντροφιά του το εκκλησάκι του Αγίου Θεοδοσίου και τα κύματα.
Τη δεκαετία του ’90 αποκαταστάθηκε στην αρχική του μορφή, με τη φροντίδα της Διευθύντριας του Μουσείου Ζακύνθου Ζωής Μυλωνά
Μετά τους σεισμούς του 1820, η οικογένεια δεν επισκεύασε τις ζημιές του πύργου. Ήταν η πρώτη φορά, ύστερα από πολλά χρόνια, που δεν ασχολήθηκε με τον πύργο, ενώ, τον επόμενο χρόνο, μετέφερε στα αρχοντικά της στην πόλη ό,τι υπήρχε στον πύργο, προφασιζόμενη εποχικές οικονομικές δυσκολίες για την επιδιόρθωση των ζημιών.
Η αιτία, όμως, είναι αλλού: Η τοπική Εφορεία της Φιλικής Εταιρείας έκρινε ότι ο πύργος έπρεπε να ερημωθεί και να αφεθεί εγκαταλελειμμένος, ώστε να χρησιμεύσει σαν μυστικός τόπος συνεδριάσεων συνεδριάσεων, συγκέντρωσης πολεμοφοδίων και τροφίμων, καθώς και ζακυνθινών εθελοντών αγωνιστών που μεταφέρονταν, με απόλυτη μυστικότητα, στην επαναστατημένη Πελοπόννησο, δεδομένου ότι η Αγγλική Προστασία δεν επιθυμούσε εμπλοκή των Επτανησίων στον ελληνικό αγώνα.
Η οικογένεια Δομενεγίνη αποδέχτηκε το σχέδιο των Φιλικών και αφιερώθηκε στην ενίσχυση της Επανάστασης με κάθε τρόπο.
Όμως, οι αγωνιστές, επιθυμώντας να απομακρύνουν από τον πύργο κάθε περίεργο περαστικό, δημιούργησαν, έντεχνα και πανέξυπνα, το μύθο του στοιχειωμένου έρημου πύργου. Μάζευαν καλάθια με πέτρες και τις πετούσαν στους περαστικούς, οι οποίοι εξαφανίζονταν τρέχοντας, τρομοκρατημένοι από τα «πονηρά πνεύματα».
Με αυτό τον τρόπο, ο «διαολόπυργος», με τα φαντάσματά του, προστάτευε, αποτελεσματικά, κρίσιμες εθνικές συνεδριάσεις και αποστολές.
Από τον πύργο του Δομενεγίνη έφυγε, στις 16 Ιανουαρίου 1821, με καΐκι, για τη Μάνη ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, προκειμένου να ξεκινήσει τον αγώνα για την ελευθερία της Ελλάδας.
Ο πύργος στεκόταν ερειπωμένος σχεδόν ενάμισι αιώνα, με μοναδική συντροφιά του το εκκλησάκι του Αγίου Θεοδοσίου και τα κύματα.
Τη δεκαετία του ’90 αποκαταστάθηκε στην αρχική του μορφή, με τη φροντίδα της Διευθύντριας του Μουσείου Ζακύνθου Ζωής Μυλωνά
Βιβλιογραφία
Λεωνίδα Ζώη, Λεξικόν Ιστορικόν και Λαογραφικόν της Ζακύνθου, έκδοση του Μουσείου Σολωμού και του «Τρίμορφου», 2011.
Ντίνος Κονόμος, Ζάκυνθος – Πεντακόσια χρόνια, Ύπαιθρος Χώρα. Αθήνα, 1979.
Λεωνίδα Ζώη, Λεξικόν Ιστορικόν και Λαογραφικόν της Ζακύνθου, έκδοση του Μουσείου Σολωμού και του «Τρίμορφου», 2011.
Ντίνος Κονόμος, Ζάκυνθος – Πεντακόσια χρόνια, Ύπαιθρος Χώρα. Αθήνα, 1979.
πηγή:http://imerazante.gr/
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου